Του Μενέλαου Τασιόπουλου
Το «ελληνικό πείραμα» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και αποτελεί διεθνές μοντέλο στην περίπτωση που πετύχει ‘η στον βαθμό που θα πετύχει.
Το ζητούμενο ήταν από την αρχή πολύ σαφές. Πως μια χώρα, όπως η Ελλάδα, με παράδοση εξτρεμισμού και πολύ «σκληρές δομές» στα εργασιακά και στην ισχύουσα νομοθεσία προστατευτισμού, μπορεί να βρεθεί χωρίς εθνική κυριαρχία, υπό το δίκαιο των πιστωτών της, χωρίς να υπάρξουν εξελίξεις τύπου Αργεντινής ή Τυνησίας στους παρόντες χρόνους. Το χρέος της Ελλάδος ήταν υψηλό, τα προβλήματα διάρθρωσης της οικονομίας της δεδομένα, όπως και το έλλειμμα παραγωγικότητας.
Η διαδικασία που...
ακολουθήθηκε ήταν η μετατροπή της κρίσης χρέους σε κρίση δανεισμού, σε συνθήκες που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε «ντόμινο» για την Ευρώπη, στην περίπτωση που το ελληνικό πολιτικό σύστημα αναλάμβανε το κόστος, αλλά είχε και την αποφασιστικότητα, να κόψει το «γόρδιο δεσμό» των ελλειμμάτων και της ρευστότητας με αναδιάρθρωση και διαγραφή χρεών, αλλά και με έξοδο από τη ζώνη του ευρώ.
Για κάποιους από την ελληνική τεχνοκρατία του εκσυγχρονισμού και της ευρωπαϊκής μονομέρειας, μια τέτοια εξέλιξη θα χαρακτηριζόταν ως «γρήγορος θάνατος». Αντίθετα και με τις ευλογίες του ΔΝΤ, αλλά και με την βαθιά επιρροή των κεντροευρωπαϊκών λόμπι, η Ελλάδα μπήκε στην διαδικασία του «αργού θανάτου», μέσω των Μνημονίων.
Στην περίπτωση αυτή η Ευρώπη διέφυγε του συστημικού κινδύνου, που θα της δημιουργούσε η Ελλάδα και με την πάροδο των μηνών ανέλαβε καταρχήν τον έλεγχο του χρέους, έναντι εγγυήσεων της κρατικής της περιουσίας, αλλά και την πολιτική και κοινωνική της διαχείριση ως προς το ποιες αλλαγές είναι απαραίτητες και σε ποιο χρονοδιάγραμμα.
Το πολύ ενδιαφέρον σε όλα αυτά είναι ότι συνέβησαν χωρίς η Κομισιόν και το ΔΝΤ, εγγυηθούν την έξοδο της χώρας, από τον φαύλο κύκλο των χρεών της και των ελλειμμάτων στην πραγματική οικονομία, αλλά και χωρίς να δίδεται κάποια αναπτυξιακή λύση, που θα την οδηγούσε πίσω στις αγορές και την ανάκτηση της Οικονομίας της. Το «ελληνικό πείραμα» από την αρχή είχε μια ημερομηνία λήξης.
Το 2013. Όχι τυχαία στη συνέχεια συζητείται ως χρονική αφετηρία, του μόνιμου μηχανισμού, είτε πάρει την μορφή Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, είτε παραμείνει μηχανισμός σταθεροποίησης όπως σήμερα, το 2013. Άρα όποιος και αν είναι ο νέος θεσμός της Ευρώπης, που θα οδηγεί στη δημοσιονομική της ολοκλήρωση, άρα την εμπέδωση της εσωτερικής αποικιοκρατίας, των πιο αδύναμων στους πιο ισχυρούς( που θα αποτελέσουν τη νέα «Ιερά Συμμαχία» ) η Ελλάδα θα συμπεριληφθεί σε αυτόν ανοίγοντας τον δρόμο και δείχνοντας τη μεθοδολογία και τους όρους που θα ακολουθηθούν, όταν μια χώρα χάνει την εθνική και πολιτική της αυτοτέλεια και εντάσσεται στον νέο «σκληρό πυρήνα» της ευρωζώνης.
Η ίδια διαδικασία θα μπορούσε να υλοποιηθεί και με τη διαδικασία του ευρωομολόγου, που τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση υποστηρίζουν και προωθούν , ως μορφή επίλυσης του προβλήματος χρέους στην Ευρώπη.
Στις εξελίξεις αυτές η Γερμανία δείχνει μέχρι στιγμής αναποφάσιστη. Γιατί μπορεί με το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο να αποκτά «εσωτερικές αποικίες», αλλά αυτό σημαίνει ότι αναλαμβάνει και το χρέος τους, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Και μπορεί σε μια πρώτη φάση να πετυχαίνει τον απόλυτο δημοσιονομικό έλεγχο, αλλά ουσιαστικά επιφορτίζεται στους δείκτες της και στην αντιπαράθεση της με την ελεύθερη χρηματοπιστωτική αγορά , την επιβάρυνση των λιγότερο ισχυρών οικονομιών, που στην περίπτωση αυτή αποτελούν συστημική απειλή για την ίδια τη Γερμανία.
Ειδικά όταν οποιαδήποτε στιγμή εμφανισθούν εθνικά κινήματα αυτοδιάθεσης και εξόδου από το καθεστώς κατοχής που θα τους έχει επιβληθεί, χωρίς δημοψηφίσματα και θεσμικά ορθές διαδικασίες, αλλά με Μνημόνια. Αντίθετα ισχυροί γερμανικοί κύκλοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι η ευρωζώνη μπορεί να σπάσει και να οργανωθεί μια νέα νομισματική κοινότητα των ισχυρών , σε νομισματική βάση αυτή τη φορά, αντίστοιχη του Χάλυβα, που θα έχει τις προδιαγραφές ζώνης μάρκου.
Η Κοινότητα αυτή των ισχυρών, χωρίς ρίσκο θα μπορεί να γίνει πιο ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο και ειδικά στο μέτωπο της Ασίας, ενώ ταυτόχρονα η εμπορική ζώνη με την σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση θα παραμείνει εκ των πραγμάτων σε ισχύ.
Η σύγκρουση Βρυξελλών – Βερολίνου συσχετίζεται με αυτό το σενάριο αφού η καλοπληρωμένη και θεσμικά θωρακισμένη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, σε καμία περίπτωση δεν θέλει να χάσει την επάρκεια και την προοπτική της, αφού για να υπάρχει το «κράτος εν κράτει» στο πυρήνα της Ευρώπης, θα πρέπει να υπάρχει Ευρωπαϊκή Ένωση όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.
Απέναντι σε όλες αυτές τις εξελίξεις οι Έλληνες δεν γνωρίζουν για την περίπτωση τους τίποτα ουσιαστικό. Συνεχίζουν να βρίσκονται υπό καθεστώς μιας επικοινωνιακής καταιγίδας, τρομοκράτησης τους. Να αγωνιούν για τη χρεοκοπία τους, να πιστεύουν ότι τα Μνημόνια θα δώσουν διέξοδο, ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές είναι η βίαιη μείωση του βιοτικού τους επιπέδου, να έχουν στραφεί η μία επαγγελματική κατηγορία εναντίον της άλλης, να θεωρούν ότι η δημοσιονομική ολοκλήρωση θα βοηθήσει τη ζωή τους, ότι τα Ερζερούμ αποτελούν παραμέτρους της «ελληνοτουρκικής φιλίας», ότι οι επενδύσεις συσχετίζονται με τα Μνημόνια, ότι τέλος εάν απολέσουν την εθνική τους αυτοτέλεια, για την οποία είναι υπόλογοι μέχρι του τελευταίου, μια νέα αυγή θα γλυκοχαράξει στη ζωή τους.
Είναι γεγονός για αυτούς που έστησαν αυτή την στρατηγική δημιουργίας των απαραίτητων συνθηκών, για να περάσουν τα μνημόνια, ότι είναι απολύτως επιτυχημένη και λειτουργεί με μεγάλη πληρότητα και αποτελεσματικότητα, σε έναν λαό αυξημένης ευτέλειας, εξαιτίας της μονομέρειας του υπερκαταναλωτισμού της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και ελαστικότητας συνολικά των συνειδησιακών του αντανακλαστικών, εξαιτίας της κατάρρευσης των αρχών, αξιών και της εθνικής του αυτοπεποίθησης. Η διαφθορά, ο ατομισμός και η κερδοσκοπία και το ψευδεπίγραφο life style βοήθησαν πολύ σε αυτή την κατάληξη.
Αυτό που δεν έχει ξεκαθαρισθεί είναι τι θα συμβεί στην περίπτωση που το πολιτικό και οικονομικό σύστημα εξουσίας σε μια χώρα, δεν είναι τόσο παρακμιακό και δοσιλογικό όπως στην Ελλάδα, αλλά προσομοιάζει με την περίπτωση της Ιρλανδίας ή της Πορτογαλίας, όπου οι αντιδράσεις σε εθνικό και κοινωνικό επίπεδο ήταν πολύ πιο ουσιαστικές. Επίσης πόσο πετυχαίνει το μοντέλο εάν μια από τις πολιτικές δυνάμεις ή μια νεοεμφανιζόμενη δημοσιοποιήσει την πραγματικότητα και αναπτύξει ένα σενάριο «γοργού θανάτου» αντί για τον «αργό θάνατο» και την τελική εκποίηση που ακολουθείται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών