Παρασκευή, Απριλίου 26, 2013

Το κοινωνικό ζήτημα υπό το πρίσμα του Λαϊκού Εθνικισμού

Καθώς βαδίζουμε στον 21ο αιώνα, εξυφαίνεται ολοένα και περισσότερο η ηθική και πρακτική χρεωκοπία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού. Τα τραπεζικά τοκογλυφικά τερτίπια και οι διάφοροι "λεπτεπίλεπτοι" χειρισμοί των δεικτών και των τιμών οδήγησε την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο εν γένει στο χείλος της καταστροφής. Η Ευρώπη, ενώ μετά τον Μεγάλο Πόλεμο είχε πεθάνει πολιτικά, αφού ήταν......
ουραγός των Βορειοατλαντικών η των Σοβιετικών επιδιώξεων χωρίς περιθώριο να προβαίνει σε παρεμβάσεις στις παγκόσμιες εξελίξεις. Η μόνη δύναμη που της απέμεινε ήταν μια επίπλαστη οικονομική δύναμη, που εξαρτιόνταν από τις αχαλίνωτες ορέξεις μιας κεφαλαιοκρατικής ελίτ που καταλάβαινε μόνο τον εαυτό της. Όσο η παραγωγή έμενε στην Ευρώπη (λόγω των διάφορων περιορισμών λόγω Ψυχροπολεμικού κλίματος καθώς και άλλων παραγόντων), υπήρχε μια σχετική ευμάρεια στους πολίτες των Δυτικών χωρών, η οποία αφενός βασιζόταν στην υπερπληθώρα προϊόντων και ως εκ τούτου στις υψηλές απολαβές, αφενός -και αυτό είναι μια σκοτεινή παράμετρος που η υφιστάμενη πολιτική ελίτ θέλει να περάσει, ύπουλα, σαν λόγο που θα έπρεπε να νιώσουμε ενοχές, και να χαρίσουμε τις πατρίδες μας στους τριτοκοσμικούς εισβολείς-  στην καταλήστευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών του Τρίτου Κόσμου, είτε μέσω της υποστήριξης πολιτικών -μαριονεττών ή με τις εργολαβίες "ανάπτυξης" από διεθνή τραστ (κάτι που βλέπουμε και στις μέρες μας με τα γεγονότα στην Ιερισσό) , ουσιαστικά το ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας σε τιμή ευκαιρίας που οδηγούσε και οδηγεί ακόμα σε αισχροκέρδεια άνευ προηγουμένου. Με την κατάρρευση της Σιδηράς Κουρτίνας, και με τις ραγδαίες εξελίξεις στους όρους μαζικής παραγωγής, τα παγκόσμια οικονομικά μονοπώλια βρήκαν φρέσκες ευκαιρίες διατήρησης των κερδών τους, στο υπερπληθές εργατικό και νεανικό δυναμικό του Τρίτου Κόσμου.


Σε αυτήν την ζοφερή κατάσταση το σύστημα παρουσιάζει εντέχνως σαν δύναμη αντίστασης και ανατροπής, την Αριστερά. Είναι όμως έτσι? Εδώ οφείλουμε να κάνουμε μια διευκρίνηση. Η λεγόμενες δυνάμεις της Αριστεράς χωρίζονται χονδρικά, σε δυο διακριτές δυνάμεις. Από την μία οι ορθόδοξα μαρξιστικές δυνάμεις στις διάφορες παραλλαγές τους (που δεν είναι αποτέλεσμα σοβαρών και ουσιωδών διαφωνιών πάρα ιδεοληπτικών παρακρούσεων και εμμονών) που αντλούν την επιχειρηματολογία τους από τα γραπτά των βασικών μαρξιστών συγγραφέων (δυνάμεις που καταλαμβάνουν με όρους κομματικούς, το ΚΚΕ και μέρος συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και άλλων εξωκοινοβουλευτικών ομάδων), οπού βλέπουν σαν πρωτοποριακό πολιτικό υποκείμενο  το προλεταριάτο, δηλαδή το κοινωνικό σώμα που δεν κατέχει τα μέσα παραγωγής και ανταλλάσσει την εργατική του δύναμη για ένα χρηματικό αντίτιμο, και είναι αυστηρά οικονομιστική στους όρους σκέψης της. Στον αντίποδα, είναι η λεγόμενη "Νέα Αριστερά", ή Ανανεωτική, που έλκει καταγωγή από τον Γκράμσι και την λεγόμενη Σχολή της Φρανκφούρτης, που δημιούργησαν ένα κράμα Φροϋδισμού και Μαρξισμού, και στην ουσία αποβλέπουν στην υποτιθέμενη ανατροπή του Συστήματος, με όρους πολιτισμικούς, μέσω της αναγωγής σε πολιτική πρωτοπορία, των διαφόρων μειονοτήτων (ομοφυλόφιλους, έγχρωμους, γυναίκες κοκ) στην δεδηλωμένη προσπάθεια υπόσκαψης και εκφυλισμού των διάφορων δομικών πολιτισμικών θεσμών λχ της οικογένειας. Στην ουσία πρόκειται για χυδαίο και ακραίο λιμπεραλισμό (στο κοινωνικό επίπεδο) με μανδύα σφυροδρέπανου και δημιουργήθηκε σαν μια ένεση τόνωσης για τον αποθνήσκων μαρξισμό, ώστε να είναι κάπως επίκαιρος μιας και ήδη από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, συντελέστηκε η απαρχή της ιδεολογικής του και ιστορικής του χρεωκοπίας, γεγονός που θα αναλυθεί εκτενώς παρακάτω.
Για να γίνει αντιληπτή η θέση πως ο Μαρξιστικός Σοσιαλισμός κείται εκτός του λόγου της Ιστορίας, πρέπει να προϋπάρξει η αναδρομή στην ανάπτυξη του Καπιταλισμού και συγκεκριμένα στην περίοδο των τελών του 18ου - 19ου αιώνα, και συγκεκριμένα στην περίοδο της Γαλλικής Επαναστάσεως. Αντίθετα από ότι πιστεύεται και διαδίδεται προς λαϊκή κατανάλωση, η ανάπτυξη των ιδεών του Διαφωτισμού δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, που ο κόσμος ξαφνικά ξύπνησε και ένιωσε την ανάγκη να αποδεσμευτεί από την τυραννία της Εκκλησίας και των Δυναστειών. Ήταν διαδικασία που συντελέστηκε παράλληλα με την Βιομηχανική Επανάσταση, δηλαδή την απαρχή της μαζικής παραγωγής και τον εντεινόμενο συγκεντρωτισμό των μέσων παραγωγής σε μια μικρή αριθμητικά κοινωνική τάξη, την αστική. Δηλαδή ενώ άλλοτε η παραγωγή διεκπεραιωνόταν από μικροπαραγωγούς και συντεχνίες, τώρα μεγάλες παραγωγικές μονάδες ήταν ιδιοκτησία ενός η περισσοτέρων ατόμων. Έτσι, μιας και οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής επιδίωκαν το μέγιστο κέρδος, βρασκών εμπόδιο στις δυναστικές πολιτικές τις οποίες δεν μπορούσαν να χειραγωγήσουν απόλυτα, προέβησαν στην επιτυχημένη απόπειρα ανατροπής των δυναστειών. Εξού και εγένετο η Γαλλική Επανάσταση και εγκαινιάστηκε η αστική δημοκρατία. Έτσι τον αιώνα που ακολούθησε οξύνθηκε ο ανταγωνισμός μεταξύ των αστών και του εργατικού δυναμικού, αφού οι μεν αστοί επιδίωκαν να αυξάνουν την υπεραξία τους με κάθε τρόπο και οι δε να εξασφαλίσουν ένα ολοένα και ανώτερο επίπεδο διαβίωσης. Αυτό οδήγησε τον Μαρξ να διατυπώσει ότι όπως από τις δυναστείες περάσαμε στους αστούς, το επόμενο στάδιο είναι να κατακτήσουν οι εργάτες την εξουσία μέσω της ανατροπής της αστικής δημοκρατίας (στην ουσία αστικής δικτατορίας) και στην εγκαθίδρυση της λεγόμενης "δικτατορίας του προλεταριάτου" (δηλαδή την διακυβέρνηση της κοινωνίας με πρώτιστο πολιτικό υποκείμενο τον εργάτη). Έτσι στον αντίποδα της στοχευμένης φιλελεύθερης ουτοπίας που διατράνωνε ότι το εμπόριο θα αντικαταστήσει τις πολιτικές συγκρούσεις και τον πόλεμο (δηλαδή την διεθνιστική αλληλεγγύη των αστών και την κατάργηση των κρατών), οι μαρξιστές σοσιαλιστές προέταξαν την αντιστροφή του σχήματος, την διεθνιστική αλληλεγγύη των προλετάριων οπού θα ανέτρεπε τις κρατικές δομές και θα εγκαθιστούσε την παγκόσμια εργατική εξουσία. Η ολοκληρωτική διάψευση και των δυο πλευρών έγινε με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι και την προηγούμενη του πολέμου οι εμπορικές συνεργασίες μεταξύ των αντίθετων πλευρών ήταν ΑΡΙΣΤΕΣ, και ο Γερμανός προλετάριος πολεμούσε διπλά στον Γερμανό αστό, ενάντια στον Άγγλο αστό και προλετάριο.
Η πατριωτική συνείδηση υπερνίκησε την ταξική συνείδηση κατά κράτος. Αυτή η συνειδητοποίηση ώθησε στοιχεία που κινούταν σε χώρους φαινομενικά αντίθετα, από την αντιδραστική Εθνικιστική Δεξιά και τον αναρχοσυνδικαλισμό και τον Σοσιαλισμό, να αποκολληθούν από τις ιδεολογικές ορθοδοξίες και να προχωρήσουν σε μια αναθεώρηση των εννοιών Σοσιαλισμός, Εθνικισμός κοκ και με την παράλληλη τάση για αναθεώρηση των υφιστάμενων πολιτισμικών αξιών, προχώρησαν σε μια θεώρηση που έκανε αναγωγή του Έθνους, ιδωμένο όχι σαν εθελούσιο συσσωμάτωμα πολιτών, αλλά διαχρονική υπεριστορική κοινότητα, σε πρωταρχικό πολιτικό υποκείμενο και πώς η κοινωνική διαμάχη γίνεται μεταξύ "προλεταριακών" και "πλουτοκρατικών" Εθνών. Αυτή ήταν η θεμέλιος λίθος, του νέου κινήματος στην Ιταλία, που προέτασσε την ιδεολογία του Οργανικού Συντεχνιακού Κράτους, αυτό που έμεινε στην ιστορία σαν Φασισμός (μια ιδιότυπη μορφή Λαϊκού Εθνικισμού, προσαρμοσμένη στα ιταλικά πρότυπα) και που τέθηκε αντίκρυ στο γνωστό πολιτικό φάσμα και υπεράνω του δίπολου "Αριστερά-Δεξιά". Ορθώς, ονομάστηκε η "επανάσταση της μεσαίας τάξης", μιας και το κορπορατιστικό μοντέλο οργάνωσης της οικονομίας που προέβαλλε ήταν στην ουσία η σύμπραξη εργοδότη και εργαζόμενου, μια ουσιαστική διασπορά της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής υπό την εποπτεία ενός δυνατού Κράτους, ώστε να διατηρούνται οι ισορροπίες στην εθνική παραγωγή(εδώ να επισημάνουμε ότι αυτό ήταν και το μοντέλο με το οποίο δομήθηκε και η Σοβιετική Ένωση, η προλεγόμενη διάψευση των κομμουνιστικών κηρυγμάτων). Ουσιαστικά, θεωρητικά επιτυγχανόταν εκ νέου η υπαγωγή της οικονομίας στην πολιτική  (μιας και δυστυχώς λόγω των αντιδραστικών παρεμβολών στην μετέπειτα φασιστική διακυβέρνηση που την εκφύλισαν, δεν πραγματοποιήθηκαν πλήρως πάρα εκτός σε ένα πολύ μικρό διάστημα, στην λεγόμενη Δημοκρατία του Σαλώ) συντελούταν η αφαίμαξη της μεγαλοαστικής τάξης μέσω αφενός των αυξημένων εξουσιών στους εργάτες καθώς και στην στροφή στον μικροπαραγωγό. Η τελευταία διαπίστωση είναι και αυτή που κάνει το φασιστικό μοντέλο πιο επίκαιρο από ποτέ και την μαρξιστική επιχειρηματολογία όλο και πιο ανεδαφική.
Οι σύγχρονοι όροι παραγωγής βασίζονται ολοένα και περισσότερο στην αυτοματοποίηση, ακυρώνοντας την ανάγκη για ανειδίκευτους εργάτες, και στην αύξηση της ανάγκης εργατών με υψηλό επίπεδο επιστημονικών γνώσεων ώστε να μπορούν να χειριστούν τις νέες μηχανές. Έτσι, ενώ πριν χρειαζόντουσαν 200 εργάτες για μια παραγωγική μονάδα, τώρα χρειάζονται 10 χειριστές μηχανημάτων. Αυτό οδηγεί στο γεγονός μεγάλου μέρους του εργατικού δυναμικού να μένει μη απασχολήσιμο, και να ψάχνει απασχόληση σε μη παραγωγικούς τομείς που έχουν να κάνουν με τον τριτογενή τομέα παραγωγής, ελλείψει θέσεων εργασίας στον πρωτογενή που οφείλεται κατά λόγω στην απουσία πολιτικής βούλησης καταρτίσεως ενός αναλόγου πολιτικού σχεδιασμού. Μια δεύτερη παράμετρος είναι η ραγδαία ανάπτυξη τεχνολογιών που ευνοούν την άμεση οικόσιτη μηχανική παραγωγή, κάτι που θίγει απόλυτα τα συμφέροντα των ομάδων που βασίζονται στην μαζική παραγωγή προϊόντος μιας και έρχονται σε άμεσο ανταγωνισμό των προϊόντων  που θα παραχθούν από μικροπαραγωγούς με αυτές τις τεχνικές, καθώς και στην ιδιότυπη "γενοκτονία" των προλετάριων μιας και ο καθένας θα μπορεί να γίνει ένας παραγωγός και να αποκτήσει μέσα παραγωγής. Έτσι ενώ οι ελίτ, μεταστρέφουν την μαζική παραγωγή στον τρίτο κόσμο με όρους δουλοπαροικίας μιας και είναι πιο οικονομική από την πλήρη αυτοματοποίηση τους για διάφορους λόγους, χρησιμοποιούν την Ευρώπη σαν την οδό διοχέτευσης των προϊόντων της καθώς και του εναπομείναντος εργατικού δυναμικού που είναι μη απασχολήσιμο στον τρίτο κόσμο (κύματα λαθρομετανάστευσης), καθώς και σαν τον τόπο που γίνεται ένα ιδιότυπο ξέπλυμα χρήματος, για τα κέρδη τους. Έτσι, οι αναπτυσσόμενες τεχνολογίες μπορούν να ωθήσουν μεγάλη ποσοτική μερίδα κόσμου στην λεγόμενη μεσαία τάξη. Αυτό είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ευρώπη να αντιτάξει στην μεγάλες ποσότητες προϊόντος που προέρχονται από την Κίνα και τις ανερχόμενες τριτοκοσμικές δυνάμεις, την ΠΟΙΟΤΗΤΑ των προϊόντων της και την απεξάρτηση της κατανάλωσης της από τις παραγωγικές δυνάμεις που υπάγονται των πολυεθνικών, και να προβεί σε ολοένα και μεγαλύτερη αυτάρκεια, διαφυλάσσοντας το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων επιτυγχάνοντας την αντιστροφή των δεδομένων. Στην οικονομική απεξάρτηση και αναγέννηση, θα ακολουθήσει και η πολιτική δύναμή. Η οικονομία μπορεί να είναι η ορμή, αλλά η δύναμη πυρός είναι ο αποκλειστικός παράγοντας της υπαρκτής πολιτικής δύναμης. Έτσι θα επιτευχθεί η πραγματική ανεξαρτησία της Ευρώπης και στον ραγδαίο ανταγωνισμό δύναμης που θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια σε ένα πολυπολικο κόσμο, θα έχει -μετά από έναν αιώνα παρακμής- τα φόντα να καταστεί νικηφόρα εκ νέου.
Έτσι καθίσταται σαφές ότι ενώ στον Μεσοπόλεμο, ο Λαϊκός Εθνικισμός ήταν μια κάποια εναλλακτική ανάμεσα σε πολλές επιλογές, σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη! Ο 19ος αιώνας ήταν η διάψευση του φιλελευθερισμού, ο 20ος αιώνας σήμανε την διάψευση του κομμουνισμού, ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της νίκης του Λαϊκού Εθνικισμού! Οι συνθήκες ωριμάσαν ώστε το μήνυμα μας σε κάθε επίπεδο να είναι σημείο των καιρών. Στον πολιτικό τομέα, οι πραγματιστικές του λύσεις θα ξαναδώσουν στην εξασθενημένη Ευρώπη, την παλιά της δύναμη και θέση, και οι ανατρεπτικές πολιτισμικές και ηθικές αξίες που θα μορφοποιήσουν τον Νέο Άνθρωπο, θα συντελέσουν στην πολιτισμική της Αναγέννηση. Η Χρυσή Αυγή έσπειρε την φλόγα αφύπνισης όχι μόνο στην Πατρίδα μας, αλλά και σε όλες τις ευρωπαϊκές Πατρίδες και επιβεβαιώνεται το παλιό σύνθημα μάχης:

 ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΥΡΩΠΗ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών