Τρίτη, Απριλίου 21, 2015

21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΕΝΑΣ ΕΥΕΛΠΙΣ ΘΥΜΑΤΑΙ…ΕΤΣΙ ΓΙΝΑΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Άρθρο στην εφημερίδα «Εμπρός»

Ενα-δύο χρόνια μετά το τέλος του αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821, το Μεσολόγγι εορτάζει με με­γάλη επισημότητα την επέτειο της Εξόδου.
Ο παππούς, παλιός αγωνιστής, πηγαίνει με τον εγγονό του, να παρακολουθήσουν τις εορταστικές εκδηλώσεις. Με­τά την δοξολογία, ακολουθεί η εκφώνηση των πανηγυρικών.
Πρώτος μιλάει ο τοπικός βουλευτής, μετά ο νομάρχης και μετά ο δήμαρχος. Καθένας, τονίζει τα σημεία που εκείνος θέλει.
Ο παππούς σε μια στιγμή, φοβερά εκνευρισμένος, γυρί­ζει προς τον εγγονό του και του λέει:

Πάμε παιδί μου. Πάμε να φύγουμε. Δεν γίναν έτσι τα πράγματα!
Το παιδί, με κάποια δυσφορία επειδή θα έχανε τις γιορ­τές, τον ακολούθησε σιωπηλό.
Σε μια γωνιά του δρόμου, συναντούν έναν τυφλό κουρε­λή ζητιάνο, παλιό αγωνιστή, που είχε λάβει μέρος στην πο­λιορκία αλλά και στην ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου, να τραγουδάει το μοιρολόι της Εξόδου. Ο παππούς σταματά­ει ακούει με προσοχή το τραγούδι και γεμάτος συγκίνηση γυ­ρίζει στον εγγονό του:
Ακούς; Έτσι γίναν τα πράγματα.
Αυτή την ιστορία σκεφτόμουν στο καφενεδάκι της γειτο­νιάς μου, τώρα που πλησιάζει η επέτειος της 21ης Απριλί­ου 1967 και θα ακούσουμε τα πιο απίθανα πράγματα.
Κι όπως καθόμουν, νάσου και σκάει μύτη ο φίλος μου ο στρατιωτικός, που εκείνη την ημέρα τ’ Απρίλη, όπως μου ε­ίχε πει παλιότερα, ήταν εύελπις και μάλιστα τεταρτοετής.
-Καλώς τον και σήμερα δεν μου γλυτώνεις, τον πήρα απ’ τα μούτρα.
-Καλημέρα. Τι συμβαίνει; Έσχισε ο Βαρουφάκης τα μνη­μόνια;
  • Ρε, άστα αυτά. Σήμερα θα μου πεις τι έγινε το πρωί της 21ης Απριλίου 1967. Λοιπόν λέγε.
Και ο φίλος μου άρχισε.. .έτσι γίναν τα πράγματα…
Το ημερολόγιο έδειχνε: Παρασκευή 21 Απριλίου 1967.
Το ρολόι σημάδευε: 01.15.
Στην Σχολή Ευελπίδων βασίλευε απόλυτη ησυχία. Το εγερτήριο αργούσε ακόμη.
Ξαφνικά, η πόρτα του θαλάμου ανοίγει με θόρυβο και κά­ποιος με σκουντά ελαφρά στον ώμο.
Ξύπνα σιτιστή, έχουμε δουλειά (σημ: σε κάθε Λόχο Ευελ­πίδων, ένας Εύελπις εκτελείχρέη Σιτιστού, δηλαδή υπευθύ­νου για οποιαδήποτε χορήγηση ή επιστροφή υλικού στους Ευέλπιδες).
Ξαφνιάστηκα! Δεν είναι δα και τόσο συνηθισμένο πράγμα στην Σχολή Ευελπίδων, να σε ξυπνάει ο Διοικητής του Λόχου σου. Διότι αυτός ακριβώς με σκούνταγε. Ο Λοχαγός Γ.Φ.
Πετάχτηκα πάνω, όταν κατάλαβα ποιος ήταν.
Διατάξτε, κύριε λοχαγέ
Σήκω γρήγορα, ντύσου και πήγαινε στην Αποθήκη Πυρο- μαχικών.
Κύριε Λοχαγέ, άσκηση κάνουμε; Αύριο είναι οι αγώνες στίβου των παραγωγικών σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων στο Στάδιο. Θα ξυπνήσουμε και τους αθλητές; Πώς θα αγω­νιστούν αύριο;
Ρε τσακίσου γρήγορα και σε λίγο έρχομαι κι’ εγώ εκεί
Ήταν φανερό ότι το πράγμα δεν ήταν από αυτά που μπο­ρείς να τα συζητήσεις. Κάτι σοβαρό συνέβαινε. Τι όμως; Πά­ντως το ύφος του λοχαγού, δεν άφηνε και πολλά περιθώρια για κουβέντα. Πράγματι σε χρόνο μηδέν, ήμουν στην Απο­θήκη, και σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι Ευέλπιδες με εξάρτυση και οπλισμό, στους οποίους έδινα τα «μετά του όπλου» προβλεπόμενα πυρομαχικά.
Από εδώ, όλοι κατ’ ευθείαν στηνΠλατεία Ηρώου, ήταν η επσ μένη εντολή του Λοχαγού (σημείωση: Η πλατεία Ηρώου, ήταν η κεντρική πλατεία της Σχολής, στην οποία βρισκόταν το Ηρώο, που τώρα έχει μεταφερθα’στις νέες εγκαταστάσεις της σχολής στην Βάρη. Εκεί γίνονταν οι ορκωμοσίες και άλλες τελετές).
‘Ολο το Τάγμα, γύρω στις 01.45 τα ξημερώματα, είχε συ­γκεντρωθεί στην Πλατεία, με μέτωπο προς το Διοικητήριο. Η διευκρίνηση είναι απαραίτητη, διότι ποτέ δεν γινόταν συ­γκέντρωση της Σχολής με αυτή την διάταξη. Άρα κάτι διαφσ ρετικό συνέβαινε.
Σε λίγο εμφανίζεται στα σκαλάκια ο Διοικητής του Τάγμα­τος Ευελπίδων Αντισυνταγματάρχης Ιωαννι’δης Δημήτριος, ο οποίος μετά τις τυπικές διαδικασίες της αναφοράς, λέει απευθυνόμενος στους Ευέλπιδες:
Ευέλπιδες, λόγω της εκρύθμου καταστάσεως στην ο­ποία έχει περιέλθει η Χώρα μας, από τα μεσάνυχτα ο Στρα­τός, ανέλαβε την διακυβέρνησή της. Παρακαλώ αν κάποιος από τους κυρίους Αξιωματικούς ή Ευέλπιδες διαφωνεί, να βγει από την παράταξη.
Είναι μερικές στιγμές στην ζωή του ανθρώπου, που είναι τόσο σημαντικές, ώστε εντυπώνονται ανεξίτηλα στην μνήμη. Οι στιγμές εκείνης της αυγής δεν πρόκειται ποτέ να φύγουν από την μνήμη μου. Οχι μόνο ουδεις διεφώνησε, αλλά πα­ρά την αυστηρότητα που υπάρχει στην Σχολή και απαγορεύ­ει ρητώς την αποδοκιμασία ή επιδοκιμασία των διαταγών κά­θε ανωτέρου, ένα σούσουρο επιδοκιμασίας ακούστηκε στην Πλατεία, διότι, και μη το ξεχνάμε ποτέ αυτό, και οι Ευέλπι­δες είχαν πέσει θύματα των δραστηριοτήτων της αριστερής νεολαίας «Γρ. Λαμπράκης». (Εκεί εγώ θυμήθηκα, ένα πρό­σφατο άρθρο του περίφημου Φαήλου, στο οποίο ισχυριζό­ταν ότι δεν υπήρχε τότε κομμουνιστικός κίνδυνος.)
Ο Ιωαννίδης και οι άλλοι Αξιωματικοί, εμφανώς ικανοποι­ημένοι, διέταξαν να διαλυθεί το Τάγμα και οι Ευέλπιδες να περιμένουν νεότερες εντολές. Οι εντολές αυτές, ουδέποτε εδόθησαν με λόγια. Διέρρευσαν όμως με πράξεις ή μάλλον με.,.παραλήψεις.
Στην βόρεια πλευρά της Σχολής, επί της οδού Ευελπίδων, υπήρχε μια μικρή σιδερένια πόρτα (υπάρχει ακόμη αλλά εί­ναι κλειστή), η καλουμένη «Πύλη Διοικήσεως». Από αυτήν την πόρτα, απαγορευόταν να περνούν οι Ευέλπιδες, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν αποκλειστικώς και μόνον την «Πύλη Ευελ­πίδων» προς το Πεδίον του Άρεως.
Όταν λοιπόν χάραξε ο καλός Θεός της Ελλάδος την ημέ­ρα, πρόσεξα ότι η μικρή αυτή πορτούλα, ήταν διάπλατα ανοιχτή, χωρίς μάλιστα σκοπό να την φυλάει. Κάτι ο ενθου­σιασμός για τα διαδραματισθέντα την περασμένη νύχτα, κάτι η περιέργεια, κάτι το «ζωηρόν του χαρακτήρος», μου έβαλαν ιδέες. Φωνάζω λοιπόν έναν πρωτοετή, φοράμε κρά­νος, εξάρτυση και οπλισμό και στηνόμαστε στην πύλη.
Σε λίγο εμφανίζονται 2-3 συμμαθητές μου.
Τι κάνετε εδώ ρε;
Σκοπός στην Πύλη Διοικήσεως.
Ποιος σας έβαλε;
Κανείς!
Αυτό ήταν !
Σε λίγο και ενώ η απουσία Αξιωματικών ήταν.,.έως σκαν­δαλώδης (εκεί που άλλες φορές εμφανιζόταν από το που­θενά Αξιωματικός, τώρα είχαν εξαφανισθεί όλοι), από στα­τική σκοπιά, μεταπέσαμε σε περίπολο «εγγύς ασφαλείας», δηλαδή κατά μήκος της μάντρας της Σχολής. Αφού είδαμε, ότι ουδείς είχε την διάθεση να μας μαντρώσει, είπαμε να επεκτείνουμε την δραστηριότητά μας.
Έτσι και σιγά-σιγά, φθάσαμε μέχρι το ύψος του «Πανελ­ληνίου» στην διασταύρωση των οδών Ευελπίδων και Κυψέ­λης, εκεί που τότε, θα το θυμούνται οι παλιότεροι, ήταν ένα εργαστήριο βιτρώ. Εκεί γίναμε δέκτες και των πρώτων αντι­δράσεων των Αθηναίων.
Ήδη η ώρα ήταν περασμένες 8 και η κίνηση είχε ζωηρέ­ψει. Μόλις λοιπόν οι πρωινοί διαβάτες, που είχαν εν τω με­ταξύ ενημερωθεί από το ραδιόφωνο για το τι είχε συμβεί, εί­δαν τους νεαρούς Ευέλπιδες στους δρόμους της, μέχρι τότε πολύπαθης, πρωτεύουσας, άρχισαν να φωνάζουν:
Μπράβο παιδιά!
Γιατί αργήσατε τόσο καμάρια μας;
Να ζήσετε λεβέντες μας!
Αυτά ήταν μερικά από τα λόγια που άκουγαν οι έκπληκτοι
Ευέλπιδες, ενώ δεν έλειπαν και οι πιο θερμές εκδηλώσεις, καθώς πολλοί Αθηναίοι (και Αθηναίες βεβαίως…), έσπευδαν να τους αγκαλιάσουν, να τους φιλήσουν και να τους συγχα­ρούν με χειραψία.
Σιγά – σιγά όλη η Σχολή είχε απλωθείστην ευρύτερη πε­ριοχή και οι μαθητές της είχαν φθάσει μέχρι την Κυψέλη, τους Αμπελοκήπους, την Πλατεία Βάθη και σε άλλες κοντι­νές γειτονιές. Οι αντιδράσεις του κόσμου, όπως συζητούσαν αργότερα οι Ευέλπιδες, ήταν παντού πανομοιότυπες. Αντι­δράσεις ενθουσιασμού και χαράς.
Την άλλη μέρα, Σάββατο του Λαζάρου, εφαρμόσθηκε «Σχέδιο Εγγύς Ασφαλείας της Σχολής», σύμφωνα με το οποίο οι Ευέλπιδες είχαν εγκατασταθεί σε σκοπιές περιμε­τρικά της Σχολής, δίνοντας έμφαση στο Άλσος του Πεδίου του Άρεως, στο Αλσύλλιο πίσω από την Σχολή, και στο Αλ- σύλλιο στη νότια πλευρά της Σχολής, προς την Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Όσο προχωρούσαν οι εξελίξεις, οι εκδηλώσεις λατρείας του κόσμου, συνεχώς αυξάνονταν, φθάνοντας στο σημείο να προσφέρουν φαγητά και γλυκίσματα στους Ευέλπιδες, οι οποίοι το απολάμβαναν, αφού ούτε μαθήματα έκαναν, αλλά και ένα μεγάλο μέρος της «κλεισούρας» στους τέσσερις τοίχους (κι ήταν πανύψηλοι…) της Σχολής, είχε παραχωρή­σει την θέση της σε πιο χαλαρούς ρυθμούς, και απολάμβα­ναν την λατρεία του κόσμου, ο οποίος προετοιμαζόταν για την μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης, το Αγιο Πάσχα, με κα­τάνυξη και ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Μια νέα εποχή άρχιζε για την Πατρίδα μας, χωρίς ΔΝΤ, χωρίς κλεψιές χωρίς λαθρομετανάστες, με μηδέν χρέος με μηδέν εγκληματικότητα, με αληθινή πρόοδο και ευημερία για όλους τους Έλληνες. Άρχιζε η εποχή της 21ης Απριλίου 1967.
Έτσι γίναν τα πράγματα.
Πολύ αργότερα, μετά από περίπου 7χρόνια, συνέχισε ο φίλος μου, και ενώ είχε επέλθει η περιλάλητη μεταπολίτευ­ση, έμαθα ότι:
α. Την νύχτα της 21ης Απριλίου και ενώ ο Αντισυνταγμα­τάρχης Ιωαννίδης ενημέρωνε τους Ευέλπιδες για την αλλα­γή που ήδη συνετελείτο, πολλοί από τους μαθητές.,.αντέ- δρασαν διαμαρτυρόμενοι και αρκετοί μάλιστα συνελήφθη- σαν (!)…
β. Το πρωί της 21ης Απριλίου, οι Αθηναίοι είχαν κλεισθεί στα σπίτια τους, εκδηλώνοντας έτσι την αντίθεσή τους στην ενέργεια των Ενόπλων Δυνάμεων…
Έχουν περάσει από το 1974, 41 χρόνια. Έχω κάνει πολ­λές ιατρικές εξετάσεις. Εκτός από λίγο ζάχαρο, λίγη χολη­στερίνη, και λίγη πίεση, που προσφέρει ο πανδαμάτωρ χρό­νος, ουδεμία νοητική διαταραχή, άνοια ή αλτσχάΐμερ (έστω και στα αρχικά στάδια), μου έχει διαγνωσθεί. Επομένως, μάλλον καλά θυμάμαι τα γεγονότα.
Όμως ποτέ δεν ξέρεις!
Μπορεί μερικοί, να ξέρουν καλύτερα. Μπορεί σ’ αυτούς να τα είπαν οι γνωστοί, που είχαν γνωστό τον καφετζή της Δημαρχίας, στους οποίους τα είχαν πει συγγενείς, που τους τα είχαν εκμυστηρευθεί γείτονες, που ο γιός τους ήταν υπο­δεκανέας στον Έβρο (“ο Διοικητής του δεν έκανε τίποτα χω­ρίς να τον ρωτήσει”, καμάρωνε, μετά το 1974, στην λαϊκή η μαμά του.), που τα είχε ακούσει από τον οδηγό του απορ­ριμματοφόρου, που τα διάβασε σε μια ξένη εφημερίδα, που βρήκε στη χωματερή της Καρωτής Διδυμοτείχου, αλλά είχε ενημερωθεί και από άλλες δημοκρατικές δυνάμεις.
Μπορεί αυτοί να ξέρουν καλύτερα.
Έμεινα σκεφτικός και κοιτούσα τον φίλο μου, που με.. .κοι­τούσε με νόημα.
  • Πάντως, έτσι γίναν τα πράγματα !…
Χ.Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών