Άρθρο στην εφημερίδα «Εμπρός»
Ενα-δύο
χρόνια μετά το τέλος του αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821, το
Μεσολόγγι εορτάζει με μεγάλη επισημότητα την επέτειο της Εξόδου.
Ο παππούς,
παλιός αγωνιστής, πηγαίνει με τον εγγονό του, να παρακολουθήσουν τις
εορταστικές εκδηλώσεις. Μετά την δοξολογία, ακολουθεί η εκφώνηση των
πανηγυρικών.
Πρώτος μιλάει ο τοπικός βουλευτής, μετά ο νομάρχης και μετά ο δήμαρχος. Καθένας, τονίζει τα σημεία που εκείνος θέλει.
Ο παππούς σε μια στιγμή, φοβερά εκνευρισμένος, γυρίζει προς τον εγγονό του και του λέει:
Πάμε παιδί μου. Πάμε να φύγουμε. Δεν γίναν έτσι τα πράγματα!
Το παιδί, με κάποια δυσφορία επειδή θα έχανε τις γιορτές, τον ακολούθησε σιωπηλό.
Σε μια γωνιά
του δρόμου, συναντούν έναν τυφλό κουρελή ζητιάνο, παλιό αγωνιστή, που
είχε λάβει μέρος στην πολιορκία αλλά και στην ηρωική Έξοδο του
Μεσολογγίου, να τραγουδάει το μοιρολόι της Εξόδου. Ο παππούς σταματάει
ακούει με προσοχή το τραγούδι και γεμάτος συγκίνηση γυρίζει στον εγγονό
του:
Ακούς; Έτσι γίναν τα πράγματα.
Αυτή την
ιστορία σκεφτόμουν στο καφενεδάκι της γειτονιάς μου, τώρα που πλησιάζει
η επέτειος της 21ης Απριλίου 1967 και θα ακούσουμε τα πιο απίθανα
πράγματα.
Κι όπως
καθόμουν, νάσου και σκάει μύτη ο φίλος μου ο στρατιωτικός, που εκείνη
την ημέρα τ’ Απρίλη, όπως μου είχε πει παλιότερα, ήταν εύελπις και
μάλιστα τεταρτοετής.
-Καλώς τον και σήμερα δεν μου γλυτώνεις, τον πήρα απ’ τα μούτρα.
-Καλημέρα. Τι συμβαίνει; Έσχισε ο Βαρουφάκης τα μνημόνια;
- Ρε, άστα αυτά. Σήμερα θα μου πεις τι έγινε το πρωί της 21ης Απριλίου 1967. Λοιπόν λέγε.
Και ο φίλος μου άρχισε.. .έτσι γίναν τα πράγματα…
Το ημερολόγιο έδειχνε: Παρασκευή 21 Απριλίου 1967.
Το ρολόι σημάδευε: 01.15.
Στην Σχολή Ευελπίδων βασίλευε απόλυτη ησυχία. Το εγερτήριο αργούσε ακόμη.
Ξαφνικά, η πόρτα του θαλάμου ανοίγει με θόρυβο και κάποιος με σκουντά ελαφρά στον ώμο.
Ξύπνα
σιτιστή, έχουμε δουλειά (σημ: σε κάθε Λόχο Ευελπίδων, ένας Εύελπις
εκτελείχρέη Σιτιστού, δηλαδή υπευθύνου για οποιαδήποτε χορήγηση ή
επιστροφή υλικού στους Ευέλπιδες).
Ξαφνιάστηκα!
Δεν είναι δα και τόσο συνηθισμένο πράγμα στην Σχολή Ευελπίδων, να σε
ξυπνάει ο Διοικητής του Λόχου σου. Διότι αυτός ακριβώς με σκούνταγε. Ο
Λοχαγός Γ.Φ.
Πετάχτηκα πάνω, όταν κατάλαβα ποιος ήταν.
Διατάξτε, κύριε λοχαγέ
Σήκω γρήγορα, ντύσου και πήγαινε στην Αποθήκη Πυρο- μαχικών.
Κύριε
Λοχαγέ, άσκηση κάνουμε; Αύριο είναι οι αγώνες στίβου των παραγωγικών
σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων στο Στάδιο. Θα ξυπνήσουμε και τους αθλητές;
Πώς θα αγωνιστούν αύριο;
Ρε τσακίσου γρήγορα και σε λίγο έρχομαι κι’ εγώ εκεί
Ήταν φανερό
ότι το πράγμα δεν ήταν από αυτά που μπορείς να τα συζητήσεις. Κάτι
σοβαρό συνέβαινε. Τι όμως; Πάντως το ύφος του λοχαγού, δεν άφηνε και
πολλά περιθώρια για κουβέντα. Πράγματι σε χρόνο μηδέν, ήμουν στην
Αποθήκη, και σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι Ευέλπιδες με εξάρτυση
και οπλισμό, στους οποίους έδινα τα «μετά του όπλου» προβλεπόμενα
πυρομαχικά.
Από εδώ,
όλοι κατ’ ευθείαν στηνΠλατεία Ηρώου, ήταν η επσ μένη εντολή του Λοχαγού
(σημείωση: Η πλατεία Ηρώου, ήταν η κεντρική πλατεία της Σχολής, στην
οποία βρισκόταν το Ηρώο, που τώρα έχει μεταφερθα’στις νέες εγκαταστάσεις
της σχολής στην Βάρη. Εκεί γίνονταν οι ορκωμοσίες και άλλες τελετές).
‘Ολο το
Τάγμα, γύρω στις 01.45 τα ξημερώματα, είχε συγκεντρωθεί στην Πλατεία,
με μέτωπο προς το Διοικητήριο. Η διευκρίνηση είναι απαραίτητη, διότι
ποτέ δεν γινόταν συγκέντρωση της Σχολής με αυτή την διάταξη. Άρα κάτι
διαφσ ρετικό συνέβαινε.
Σε λίγο
εμφανίζεται στα σκαλάκια ο Διοικητής του Τάγματος Ευελπίδων
Αντισυνταγματάρχης Ιωαννι’δης Δημήτριος, ο οποίος μετά τις τυπικές
διαδικασίες της αναφοράς, λέει απευθυνόμενος στους Ευέλπιδες:
Ευέλπιδες,
λόγω της εκρύθμου καταστάσεως στην οποία έχει περιέλθει η Χώρα μας, από
τα μεσάνυχτα ο Στρατός, ανέλαβε την διακυβέρνησή της. Παρακαλώ αν
κάποιος από τους κυρίους Αξιωματικούς ή Ευέλπιδες διαφωνεί, να βγει από
την παράταξη.
Είναι
μερικές στιγμές στην ζωή του ανθρώπου, που είναι τόσο σημαντικές, ώστε
εντυπώνονται ανεξίτηλα στην μνήμη. Οι στιγμές εκείνης της αυγής δεν
πρόκειται ποτέ να φύγουν από την μνήμη μου. Οχι μόνο ουδεις διεφώνησε,
αλλά παρά την αυστηρότητα που υπάρχει στην Σχολή και απαγορεύει ρητώς
την αποδοκιμασία ή επιδοκιμασία των διαταγών κάθε ανωτέρου, ένα
σούσουρο επιδοκιμασίας ακούστηκε στην Πλατεία, διότι, και μη το ξεχνάμε
ποτέ αυτό, και οι Ευέλπιδες είχαν πέσει θύματα των δραστηριοτήτων της
αριστερής νεολαίας «Γρ. Λαμπράκης». (Εκεί εγώ θυμήθηκα, ένα πρόσφατο
άρθρο του περίφημου Φαήλου, στο οποίο ισχυριζόταν ότι δεν υπήρχε τότε
κομμουνιστικός κίνδυνος.)
Ο Ιωαννίδης
και οι άλλοι Αξιωματικοί, εμφανώς ικανοποιημένοι, διέταξαν να διαλυθεί
το Τάγμα και οι Ευέλπιδες να περιμένουν νεότερες εντολές. Οι εντολές
αυτές, ουδέποτε εδόθησαν με λόγια. Διέρρευσαν όμως με πράξεις ή μάλλον
με.,.παραλήψεις.
Στην βόρεια
πλευρά της Σχολής, επί της οδού Ευελπίδων, υπήρχε μια μικρή σιδερένια
πόρτα (υπάρχει ακόμη αλλά είναι κλειστή), η καλουμένη «Πύλη
Διοικήσεως». Από αυτήν την πόρτα, απαγορευόταν να περνούν οι Ευέλπιδες,
οι οποίοι χρησιμοποιούσαν αποκλειστικώς και μόνον την «Πύλη Ευελπίδων»
προς το Πεδίον του Άρεως.
Όταν λοιπόν
χάραξε ο καλός Θεός της Ελλάδος την ημέρα, πρόσεξα ότι η μικρή αυτή
πορτούλα, ήταν διάπλατα ανοιχτή, χωρίς μάλιστα σκοπό να την φυλάει. Κάτι
ο ενθουσιασμός για τα διαδραματισθέντα την περασμένη νύχτα, κάτι η
περιέργεια, κάτι το «ζωηρόν του χαρακτήρος», μου έβαλαν ιδέες. Φωνάζω
λοιπόν έναν πρωτοετή, φοράμε κράνος, εξάρτυση και οπλισμό και
στηνόμαστε στην πύλη.
Σε λίγο εμφανίζονται 2-3 συμμαθητές μου.
Τι κάνετε εδώ ρε;
Σκοπός στην Πύλη Διοικήσεως.
Ποιος σας έβαλε;
Κανείς!
Αυτό ήταν !
Σε λίγο και
ενώ η απουσία Αξιωματικών ήταν.,.έως σκανδαλώδης (εκεί που άλλες φορές
εμφανιζόταν από το πουθενά Αξιωματικός, τώρα είχαν εξαφανισθεί όλοι),
από στατική σκοπιά, μεταπέσαμε σε περίπολο «εγγύς ασφαλείας», δηλαδή
κατά μήκος της μάντρας της Σχολής. Αφού είδαμε, ότι ουδείς είχε την
διάθεση να μας μαντρώσει, είπαμε να επεκτείνουμε την δραστηριότητά μας.
Έτσι και
σιγά-σιγά, φθάσαμε μέχρι το ύψος του «Πανελληνίου» στην διασταύρωση των
οδών Ευελπίδων και Κυψέλης, εκεί που τότε, θα το θυμούνται οι
παλιότεροι, ήταν ένα εργαστήριο βιτρώ. Εκεί γίναμε δέκτες και των πρώτων
αντιδράσεων των Αθηναίων.
Ήδη η ώρα
ήταν περασμένες 8 και η κίνηση είχε ζωηρέψει. Μόλις λοιπόν οι πρωινοί
διαβάτες, που είχαν εν τω μεταξύ ενημερωθεί από το ραδιόφωνο για το τι
είχε συμβεί, είδαν τους νεαρούς Ευέλπιδες στους δρόμους της, μέχρι τότε
πολύπαθης, πρωτεύουσας, άρχισαν να φωνάζουν:
Μπράβο παιδιά!
Γιατί αργήσατε τόσο καμάρια μας;
Να ζήσετε λεβέντες μας!
Αυτά ήταν μερικά από τα λόγια που άκουγαν οι έκπληκτοι
Ευέλπιδες,
ενώ δεν έλειπαν και οι πιο θερμές εκδηλώσεις, καθώς πολλοί Αθηναίοι (και
Αθηναίες βεβαίως…), έσπευδαν να τους αγκαλιάσουν, να τους φιλήσουν και
να τους συγχαρούν με χειραψία.
Σιγά – σιγά
όλη η Σχολή είχε απλωθείστην ευρύτερη περιοχή και οι μαθητές της είχαν
φθάσει μέχρι την Κυψέλη, τους Αμπελοκήπους, την Πλατεία Βάθη και σε
άλλες κοντινές γειτονιές. Οι αντιδράσεις του κόσμου, όπως συζητούσαν
αργότερα οι Ευέλπιδες, ήταν παντού πανομοιότυπες. Αντιδράσεις
ενθουσιασμού και χαράς.
Την άλλη
μέρα, Σάββατο του Λαζάρου, εφαρμόσθηκε «Σχέδιο Εγγύς Ασφαλείας της
Σχολής», σύμφωνα με το οποίο οι Ευέλπιδες είχαν εγκατασταθεί σε σκοπιές
περιμετρικά της Σχολής, δίνοντας έμφαση στο Άλσος του Πεδίου του Άρεως,
στο Αλσύλλιο πίσω από την Σχολή, και στο Αλ- σύλλιο στη νότια πλευρά
της Σχολής, προς την Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Όσο
προχωρούσαν οι εξελίξεις, οι εκδηλώσεις λατρείας του κόσμου, συνεχώς
αυξάνονταν, φθάνοντας στο σημείο να προσφέρουν φαγητά και γλυκίσματα
στους Ευέλπιδες, οι οποίοι το απολάμβαναν, αφού ούτε μαθήματα έκαναν,
αλλά και ένα μεγάλο μέρος της «κλεισούρας» στους τέσσερις τοίχους (κι
ήταν πανύψηλοι…) της Σχολής, είχε παραχωρήσει την θέση της σε πιο
χαλαρούς ρυθμούς, και απολάμβαναν την λατρεία του κόσμου, ο οποίος
προετοιμαζόταν για την μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης, το Αγιο Πάσχα,
με κατάνυξη και ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Μια νέα
εποχή άρχιζε για την Πατρίδα μας, χωρίς ΔΝΤ, χωρίς κλεψιές χωρίς
λαθρομετανάστες, με μηδέν χρέος με μηδέν εγκληματικότητα, με αληθινή
πρόοδο και ευημερία για όλους τους Έλληνες. Άρχιζε η εποχή της 21ης
Απριλίου 1967.
Έτσι γίναν τα πράγματα.
Πολύ αργότερα, μετά από περίπου 7χρόνια, συνέχισε ο φίλος μου, και ενώ είχε επέλθει η περιλάλητη μεταπολίτευση, έμαθα ότι:
α. Την νύχτα
της 21ης Απριλίου και ενώ ο Αντισυνταγματάρχης Ιωαννίδης ενημέρωνε
τους Ευέλπιδες για την αλλαγή που ήδη συνετελείτο, πολλοί από τους
μαθητές.,.αντέ- δρασαν διαμαρτυρόμενοι και αρκετοί μάλιστα συνελήφθη-
σαν (!)…
β. Το πρωί
της 21ης Απριλίου, οι Αθηναίοι είχαν κλεισθεί στα σπίτια τους,
εκδηλώνοντας έτσι την αντίθεσή τους στην ενέργεια των Ενόπλων Δυνάμεων…
Έχουν
περάσει από το 1974, 41 χρόνια. Έχω κάνει πολλές ιατρικές εξετάσεις.
Εκτός από λίγο ζάχαρο, λίγη χοληστερίνη, και λίγη πίεση, που προσφέρει ο
πανδαμάτωρ χρόνος, ουδεμία νοητική διαταραχή, άνοια ή αλτσχάΐμερ (έστω
και στα αρχικά στάδια), μου έχει διαγνωσθεί. Επομένως, μάλλον καλά
θυμάμαι τα γεγονότα.
Όμως ποτέ δεν ξέρεις!
Μπορεί
μερικοί, να ξέρουν καλύτερα. Μπορεί σ’ αυτούς να τα είπαν οι γνωστοί,
που είχαν γνωστό τον καφετζή της Δημαρχίας, στους οποίους τα είχαν πει
συγγενείς, που τους τα είχαν εκμυστηρευθεί γείτονες, που ο γιός τους
ήταν υποδεκανέας στον Έβρο (“ο Διοικητής του δεν έκανε τίποτα χωρίς να
τον ρωτήσει”, καμάρωνε, μετά το 1974, στην λαϊκή η μαμά του.), που τα
είχε ακούσει από τον οδηγό του απορριμματοφόρου, που τα διάβασε σε μια
ξένη εφημερίδα, που βρήκε στη χωματερή της Καρωτής Διδυμοτείχου, αλλά
είχε ενημερωθεί και από άλλες δημοκρατικές δυνάμεις.
Μπορεί αυτοί να ξέρουν καλύτερα.
Έμεινα σκεφτικός και κοιτούσα τον φίλο μου, που με.. .κοιτούσε με νόημα.
- Πάντως, έτσι γίναν τα πράγματα !…
Χ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών