Μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να διαψεύδει, σε όλους τους τόνους, το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του χρέους, ωστόσο το βέβαιο είναι ότι στο «τραπέζι» ήδη έχει τεθεί πρόταση για μείωση του ελληνικού χρέους με επαναγορά ομολόγων σε χαμηλότερες τιμές και ότι οι διεργασίες στο εσωτερικό της Ε.Ε. είναι πιθανό να οδηγήσουν το επόμενο δίμηνο την Ευρώπη στις μεγάλες αποφάσεις για την έξοδο από την κρίση του χρέους.
Η επαναδιαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους θα έχει ...
σημαντικές επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό, τραπεζικό και το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, όπως και της υπόλοιπης Ευρώπης, αλλά και δραματικές συνέπειες τόσο στη λειτουργία των επιχειρήσεων που ασφυκτιούν από τις κυβερνητικές επιλογές, όσο και στην τσέπη και την καθημερινότητα των πολιτών που δοκιμάζονται ήδη από τα ακραία μέτρα του μνημονίου.
Πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους αναμένεται να επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της χώρας και, ως εκ τούτου, στη φερεγγυότητα των ελληνικών τίτλων που θα υποστούν «κούρεμα» της τιμής τους και θα πάψουν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των θεσμικών επενδυτών που θα έχουν χάσει τα χρήματά τους.
Σε κάθε περίπτωση, με την πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση Παπανδρέου, υπονομεύει από μόνη της την ελληνική οικονομία και τις προοπτικές της χώρας, αφού ακόμη και μια πρόσκαιρη βελτίωση των οικονομικών δεικτών δεν θα μπορεί να διατηρηθεί σε βάθος χρόνου, εφόσον η βαθιά ύφεση σαρώνει οποιαδήποτε αναπτυξιακή προοπτική.
Η δημοσιονομική εξυγίανση, η ανάκαμψη και η έξοδος από το τούνελ της κρίσης περνά υποχρεωτικά από την ανάπτυξη. Αντί της υπέρογκης φορολόγησης των επιχειρήσεων και της συρρίκνωσης του εισοδήματος εργαζομένων και συνταξιούχων, είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα που θα στηρίζουν τις επιχειρήσεις, θα μειώνουν τη φορολογία, θα περιορίζουν τη γραφειοκρατία και θα ενισχύουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Αντί της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους, επιβάλλεται η προώθηση αναπτυξιακών μέτρων. Γιατί, ακόμη και αν, υποθετικά, χάριζαν στην Ελλάδα ολόκληρο το χρέος, με την αντιαναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης, θα ήταν και πάλι βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί νέο.
Η επαναδιαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους θα έχει ...
σημαντικές επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό, τραπεζικό και το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, όπως και της υπόλοιπης Ευρώπης, αλλά και δραματικές συνέπειες τόσο στη λειτουργία των επιχειρήσεων που ασφυκτιούν από τις κυβερνητικές επιλογές, όσο και στην τσέπη και την καθημερινότητα των πολιτών που δοκιμάζονται ήδη από τα ακραία μέτρα του μνημονίου.
Πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους αναμένεται να επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της χώρας και, ως εκ τούτου, στη φερεγγυότητα των ελληνικών τίτλων που θα υποστούν «κούρεμα» της τιμής τους και θα πάψουν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των θεσμικών επενδυτών που θα έχουν χάσει τα χρήματά τους.
Σε κάθε περίπτωση, με την πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση Παπανδρέου, υπονομεύει από μόνη της την ελληνική οικονομία και τις προοπτικές της χώρας, αφού ακόμη και μια πρόσκαιρη βελτίωση των οικονομικών δεικτών δεν θα μπορεί να διατηρηθεί σε βάθος χρόνου, εφόσον η βαθιά ύφεση σαρώνει οποιαδήποτε αναπτυξιακή προοπτική.
Η δημοσιονομική εξυγίανση, η ανάκαμψη και η έξοδος από το τούνελ της κρίσης περνά υποχρεωτικά από την ανάπτυξη. Αντί της υπέρογκης φορολόγησης των επιχειρήσεων και της συρρίκνωσης του εισοδήματος εργαζομένων και συνταξιούχων, είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα που θα στηρίζουν τις επιχειρήσεις, θα μειώνουν τη φορολογία, θα περιορίζουν τη γραφειοκρατία και θα ενισχύουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Αντί της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους, επιβάλλεται η προώθηση αναπτυξιακών μέτρων. Γιατί, ακόμη και αν, υποθετικά, χάριζαν στην Ελλάδα ολόκληρο το χρέος, με την αντιαναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης, θα ήταν και πάλι βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί νέο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών