Ήταν 22 Φεβρουαρίου 1928. Στο χωριό Λύση της Κύπρου, γεννήθηκε ο Γρηγόρης. Ήταν μια εποχή γεμάτη αγώνες και ελπίδες για μιά μεγάλη Ελλάδα. Η επανάσταση που άρχισε πριν έναν αιώνα, μετατέθηκε τώρα στον πολιτικό στίβο. Οι καθημερινές μάχες για την επικράτηση των Ελληνικών δικαίων βρίσκονταν σε μια περίοδο έξαλλη. Η αποτυχία της Μικρασιατικής εκστρατείας εδημιούργησε μια ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας κι ελειτούργησε σαν καταλύτης στον Μεγαλοϊδεατισμό των Ελλήνων. Στην Κύπρο όμως εσήμανε το ξεκίνημα για... μια νέα προσπάθεια ανεξαρτησίας, πιστεύοντας ίσως ότι με την αποτυχία στην μικρά Ασία, οι Μεγάλες Δυνάμεις που είχαν βάλει το χεράκι τους στην καταστροφή, για να εξιλεωθούν ίσως επέτρεπαν την προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα γεννήθηκε ο Γρηγόρης και με ανάλογο επηρεασμό μεγάλωσε. Ο κόσμος του ήταν γεμάτος από τους αγώνες της Φυλής. Η ψυχή του ήταν γεμάτη Ελλάδα και η ζωή του πλημμυρισμένη με ποδοπατημένα από την Εγγλέζικη μπότα ιδανικά.
Ο Γρηγόρης μαθητής ακόμη ονειρευόταν τον εαυτό του, ντυμένο με την στολή του Έλληνα αξιωματικού. Κάθε τι το Ελληνικό γέμιζε περηφάνεια την ψυχή του. Έτσι το 1949 τον βρίσκουμε στην Ελλάδα να προσπαθεί να περάσει στην Σχολή Ευελπίδων. Στην μητέρα του γράφει:
“Μη λυπάσαι μητέρα που έφυγα απ’ την αγκαλιά σου,
γιατί τώρα βρίσκομαι στην αγκαλιά της Ελλάδος,
της πιό τιμημένης μάνας του κόσμου”.
Κι μάνα απαντά στον λεβέντη της με στίχους:
“Γιατί εμέ αρνήθηκες για ν΄αγκαλιάσεις άλλη;
Σ’ άρεσαν από μακρυά τ’ ατίμητά της κάλλη;”
Κι ο Γρηγόρης απαντά:
“Δεν είναι από μακρυά που γνώρισα τα κάλλη της μητέρα…
μεσ’ την καρδιά μου είχα την και νύχτα και ημέρα”.
Το 1953 ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Γρηγόρης Αυξεντίου επέστρεψε στην Κύπρο, περήφανος γιατί μπόρεσε να υπηρετήσει έστω και για λίγα χρόνια την Ελλάδα και απέκτησε και τυπικά την Ελληνική υπηκοότητα.
Ο Γρηγόρης από την πρώτη στιγμή που γύρισε πίσω, αυτό που έκανε ήταν να εκφράζει με κάθε τρόπο την αγάπη του προς την Ελλάδα και προς την ελευθερία. Γεμάτος ανυπομονησία καθώς συζητούσε με τους φίλους του ρωτούσε:
“Ως πότε θα μείνουμε ταπεινοί σκλάβοι; Δεν θα βρεθεί κάποιος να οδηγήσει αυτόν τον τόπο προς την Ελλάδα;”
Κανείς όμως δεν ήξερε να του απαντήσει. Αυτήν την γεμάτη προσδοκία και πίστη προς τα Εθνικά ιδανικά ερώτηση επανελάμβανε πολλές φορές… Κάποτε κάποιος εξάδελφός του του μίλησε:
“Άκου Γρηγόρη, σε λίγο θα αρχίσουμε την Επανάσταση”.
Έτσι ξημερώματα της 1ης Απριλίου ξεκίνησε το θαύμα. Οι εκρήξεις συγκλόνισαν την Κύπρον απ’ άκρου εις άκρον.
Ο Κυπριακός Ελληνισμός, αυτός ο ήρεμος, ο πράος, ο άοπλος, ο άμαχος λαός, όταν εκείνο το πρωϊ άκουσε τις βόμβες της ΕΟΚΑ δεν δίστασε. Πήρε χωρίς συζητήσεις πολλές, χωρίς εξηγήσεις ιδιαίτερες την θέση που του επέβαλλαν οι ιστορικές συνθήκες.
Ο Γρηγόρης με την ορμή και την αποφασιστικότητα που διακρίνει όλους τους νέους, αλλά και με τον σοβαρό κι έντονο προβληματισμό, που επιβαλλόταν στην προσωπικότητά του, δεν δίστασε να δώσει την καρδιά του στον αγώνα αυτόν. Θαύμαζε την ιδιοσυγκρασία των συμπατριωτών του, που έπραξαν αυτά ακριβώς τα οποία θα έπραττε οποισδήποτε Έλληνας, αν βρισκόταν στις ίδιες συνθήκες. Ο ίδιος γράφοντας σ’ έναν φίλο του, κατά την περίοδο του ενωτικού δημοψηφίσματος, από τα τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα, όπου υπηρετεί προφητεύει:
“Αγαπητέ μου φίλε. Πήρα το γράμμα σου το γραμμένο με την θέρμη της καρδιάς σου σε στιγμές έξαλλου ενθουσιασμού, στιγμές ή καλύτερα μέρες που τις έζησα κι εγώ με την ίδια θέρμη, με το ίδιο πύρωμα της καρδιάς. Την Λευτεριά μας, το ιδανικό των ιδανικών μας, την υπόγραψα κι εγώ όχι μόνο σε χαρτί, μα φορώντας την τιμημένη στολή του Έλληνα φαντάρου και θα την υπογράψω οποιαδήποτε στιγμή το ζητήσει η Κύπρος μας και με το αίμα μου, όπως κάθε Κύπριος. Δεν είναι θαύμα η εξύψωση των ταπεινών, των χωρίς ιδανικά ανθρώπων, σε αγωνιστές. Αυτός είναι ο Έλληνας!”
Στα βουνά, όπου επικυρηγμένος αναγκάζεται ν’ ανεβεί, συνεχίζει τον αγώνα που ονειρεύοταν…. Τίποτα δεν φοβόταν ο Γρηγόρης. Όπως αρμόζει στους Έλληνες… Μόνο την προδοσία… Γράφει σε συναγωνιστή του: “Το μόνο που έχω να σου τονίσω είναι να φυλάγεσαι από την προδοσία. Τώρα την φοβήθηκα”.
Οι Εγγλέζοι είχαν σκυλιάσει, όμως ήταν αδύνατο ν’ ανακαλύψουν τον Αυξεντίου… Μόνο με μιά προδοσία θα τα κατάφερναν. Και είχε δίκιο ο ήρωας να φοβάται την προδοσία. Έμελλε ν’ ανακαλυφθεί το κρησφύγετό του μόνο μετά από προδοτική ενέργεια… Βέβαια ο Γρηγόρης με την ισχυρώτατη προσωπικότητα, δεν ήταν δυνατόν ν’ αφήσει την τύχη του στα χέρια του κάθε προδότη! Ήξερε πολύ καλά να καθοδηγεί και όχι να είναι έρμαιο…. Ήξερε τι ήθελε και όλοι όσοι κατά καιρούς ήρθαν σ’ επαφή μαζί του, γνώριζαν αναμφισβήτητα ότι το τέλος του, θα το καθόριζε αυτός, όπως το ήθελε και όταν θα το ήθελε…
Πριν 52 χρόνια ο Γρηγόρης Αυξεντίου μας έδειξε ότι οι Έλληνες βρίσκουν πάντα τον τρόπο να νικούν!!!
Ήταν 3 Μαρτίου 1957. Στα βουνά του Μαχαιρά, ο Αυξεντίου έδινε μαθήματα ηρωϊσμού, σ’ όλη την οικουμένη. Μέσα στο κρησφύγετό του έλεγε:
“Αρκετή υπηρεσία πρόσφερα διδάσκοντας πως κρατάνε το όπλο και πολεμούν. Πρέπει όμως να τελειώσω διδάσκοντάς τους και πως να πεθαίνουν”.
Ο αγώνας του Αυξεντίου δεν στηριζόταν σε στρατιωτική υπεροχή. Στηριζόταν στη νίκη στο ηθικό επίπεδο, μέσω της θυσίας του. Η θυσία, είναι μιά μορφή αγώνος, που αποτελεί αποκλειστικά προνόμιο των δυνατών φυλών και ανθρώπων με ανώτερη νευροψυχική δόμηση. Είναι η μορφή εκείνη συγκρούσεως που διαλέγουν λίγοι άνθρωποι, για να γίνουν φωτεινά παραδείγματα και στοιχείο υπερηφάνειας στους λαούς που ανήκουν. Είναι η μορφή αγώνος, που δόξασε τον Ελληνικό λαό μέσα στην Ιστορική του πορεία. Δεν υπάρχει άλλη φυλή, που να έκανε την μορφή αυτή συγκρούσεως, λάβαρο επιβιώσεως, θάρρους και ανδρείας.
Η θυσία αποτελεί την μέθοδο της εμμέσου προσπελάσεως απ’ το στρατιωτικό, στο ποιοτικά ανώτερο επίπεδο, στο ηθικό. Με την θυσία του ο Αυξεντίου δεν επεδίωξε βέβαια, άμεσα στρατιωτικά οφέλη. Αυτό που επεδίωξε ήταν η νίκη σε ένα άλλο επίπεδο, που ο εχθρός δεν εννοείται κάν ότι υπάρχει. Αν ο τρόπος της στρατιωτικής ήττας, που οδηγεί στην θυσία είναι τέτοιος, ώστε να συγκινήσει και να συναρπάσει με το θάρρος, τότε η νίκη έχει κερδιθεί από τους νικημένους…. Αυτό επεδίωξε ο Αυξεντίου, να κάνει τους νικητές νικημένους και τους νικημένους νικητές…. Και τα κατάφερε….[ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ
ΠΗΓΗ
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα γεννήθηκε ο Γρηγόρης και με ανάλογο επηρεασμό μεγάλωσε. Ο κόσμος του ήταν γεμάτος από τους αγώνες της Φυλής. Η ψυχή του ήταν γεμάτη Ελλάδα και η ζωή του πλημμυρισμένη με ποδοπατημένα από την Εγγλέζικη μπότα ιδανικά.
Ο Γρηγόρης μαθητής ακόμη ονειρευόταν τον εαυτό του, ντυμένο με την στολή του Έλληνα αξιωματικού. Κάθε τι το Ελληνικό γέμιζε περηφάνεια την ψυχή του. Έτσι το 1949 τον βρίσκουμε στην Ελλάδα να προσπαθεί να περάσει στην Σχολή Ευελπίδων. Στην μητέρα του γράφει:
“Μη λυπάσαι μητέρα που έφυγα απ’ την αγκαλιά σου,
γιατί τώρα βρίσκομαι στην αγκαλιά της Ελλάδος,
της πιό τιμημένης μάνας του κόσμου”.
Κι μάνα απαντά στον λεβέντη της με στίχους:
“Γιατί εμέ αρνήθηκες για ν΄αγκαλιάσεις άλλη;
Σ’ άρεσαν από μακρυά τ’ ατίμητά της κάλλη;”
Κι ο Γρηγόρης απαντά:
“Δεν είναι από μακρυά που γνώρισα τα κάλλη της μητέρα…
μεσ’ την καρδιά μου είχα την και νύχτα και ημέρα”.
Το 1953 ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Γρηγόρης Αυξεντίου επέστρεψε στην Κύπρο, περήφανος γιατί μπόρεσε να υπηρετήσει έστω και για λίγα χρόνια την Ελλάδα και απέκτησε και τυπικά την Ελληνική υπηκοότητα.
Ο Γρηγόρης από την πρώτη στιγμή που γύρισε πίσω, αυτό που έκανε ήταν να εκφράζει με κάθε τρόπο την αγάπη του προς την Ελλάδα και προς την ελευθερία. Γεμάτος ανυπομονησία καθώς συζητούσε με τους φίλους του ρωτούσε:
“Ως πότε θα μείνουμε ταπεινοί σκλάβοι; Δεν θα βρεθεί κάποιος να οδηγήσει αυτόν τον τόπο προς την Ελλάδα;”
Κανείς όμως δεν ήξερε να του απαντήσει. Αυτήν την γεμάτη προσδοκία και πίστη προς τα Εθνικά ιδανικά ερώτηση επανελάμβανε πολλές φορές… Κάποτε κάποιος εξάδελφός του του μίλησε:
“Άκου Γρηγόρη, σε λίγο θα αρχίσουμε την Επανάσταση”.
Έτσι ξημερώματα της 1ης Απριλίου ξεκίνησε το θαύμα. Οι εκρήξεις συγκλόνισαν την Κύπρον απ’ άκρου εις άκρον.
Ο Κυπριακός Ελληνισμός, αυτός ο ήρεμος, ο πράος, ο άοπλος, ο άμαχος λαός, όταν εκείνο το πρωϊ άκουσε τις βόμβες της ΕΟΚΑ δεν δίστασε. Πήρε χωρίς συζητήσεις πολλές, χωρίς εξηγήσεις ιδιαίτερες την θέση που του επέβαλλαν οι ιστορικές συνθήκες.
Ο Γρηγόρης με την ορμή και την αποφασιστικότητα που διακρίνει όλους τους νέους, αλλά και με τον σοβαρό κι έντονο προβληματισμό, που επιβαλλόταν στην προσωπικότητά του, δεν δίστασε να δώσει την καρδιά του στον αγώνα αυτόν. Θαύμαζε την ιδιοσυγκρασία των συμπατριωτών του, που έπραξαν αυτά ακριβώς τα οποία θα έπραττε οποισδήποτε Έλληνας, αν βρισκόταν στις ίδιες συνθήκες. Ο ίδιος γράφοντας σ’ έναν φίλο του, κατά την περίοδο του ενωτικού δημοψηφίσματος, από τα τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα, όπου υπηρετεί προφητεύει:
“Αγαπητέ μου φίλε. Πήρα το γράμμα σου το γραμμένο με την θέρμη της καρδιάς σου σε στιγμές έξαλλου ενθουσιασμού, στιγμές ή καλύτερα μέρες που τις έζησα κι εγώ με την ίδια θέρμη, με το ίδιο πύρωμα της καρδιάς. Την Λευτεριά μας, το ιδανικό των ιδανικών μας, την υπόγραψα κι εγώ όχι μόνο σε χαρτί, μα φορώντας την τιμημένη στολή του Έλληνα φαντάρου και θα την υπογράψω οποιαδήποτε στιγμή το ζητήσει η Κύπρος μας και με το αίμα μου, όπως κάθε Κύπριος. Δεν είναι θαύμα η εξύψωση των ταπεινών, των χωρίς ιδανικά ανθρώπων, σε αγωνιστές. Αυτός είναι ο Έλληνας!”
Στα βουνά, όπου επικυρηγμένος αναγκάζεται ν’ ανεβεί, συνεχίζει τον αγώνα που ονειρεύοταν…. Τίποτα δεν φοβόταν ο Γρηγόρης. Όπως αρμόζει στους Έλληνες… Μόνο την προδοσία… Γράφει σε συναγωνιστή του: “Το μόνο που έχω να σου τονίσω είναι να φυλάγεσαι από την προδοσία. Τώρα την φοβήθηκα”.
Οι Εγγλέζοι είχαν σκυλιάσει, όμως ήταν αδύνατο ν’ ανακαλύψουν τον Αυξεντίου… Μόνο με μιά προδοσία θα τα κατάφερναν. Και είχε δίκιο ο ήρωας να φοβάται την προδοσία. Έμελλε ν’ ανακαλυφθεί το κρησφύγετό του μόνο μετά από προδοτική ενέργεια… Βέβαια ο Γρηγόρης με την ισχυρώτατη προσωπικότητα, δεν ήταν δυνατόν ν’ αφήσει την τύχη του στα χέρια του κάθε προδότη! Ήξερε πολύ καλά να καθοδηγεί και όχι να είναι έρμαιο…. Ήξερε τι ήθελε και όλοι όσοι κατά καιρούς ήρθαν σ’ επαφή μαζί του, γνώριζαν αναμφισβήτητα ότι το τέλος του, θα το καθόριζε αυτός, όπως το ήθελε και όταν θα το ήθελε…
Πριν 52 χρόνια ο Γρηγόρης Αυξεντίου μας έδειξε ότι οι Έλληνες βρίσκουν πάντα τον τρόπο να νικούν!!!
Ήταν 3 Μαρτίου 1957. Στα βουνά του Μαχαιρά, ο Αυξεντίου έδινε μαθήματα ηρωϊσμού, σ’ όλη την οικουμένη. Μέσα στο κρησφύγετό του έλεγε:
“Αρκετή υπηρεσία πρόσφερα διδάσκοντας πως κρατάνε το όπλο και πολεμούν. Πρέπει όμως να τελειώσω διδάσκοντάς τους και πως να πεθαίνουν”.
Ο αγώνας του Αυξεντίου δεν στηριζόταν σε στρατιωτική υπεροχή. Στηριζόταν στη νίκη στο ηθικό επίπεδο, μέσω της θυσίας του. Η θυσία, είναι μιά μορφή αγώνος, που αποτελεί αποκλειστικά προνόμιο των δυνατών φυλών και ανθρώπων με ανώτερη νευροψυχική δόμηση. Είναι η μορφή εκείνη συγκρούσεως που διαλέγουν λίγοι άνθρωποι, για να γίνουν φωτεινά παραδείγματα και στοιχείο υπερηφάνειας στους λαούς που ανήκουν. Είναι η μορφή αγώνος, που δόξασε τον Ελληνικό λαό μέσα στην Ιστορική του πορεία. Δεν υπάρχει άλλη φυλή, που να έκανε την μορφή αυτή συγκρούσεως, λάβαρο επιβιώσεως, θάρρους και ανδρείας.
Η θυσία αποτελεί την μέθοδο της εμμέσου προσπελάσεως απ’ το στρατιωτικό, στο ποιοτικά ανώτερο επίπεδο, στο ηθικό. Με την θυσία του ο Αυξεντίου δεν επεδίωξε βέβαια, άμεσα στρατιωτικά οφέλη. Αυτό που επεδίωξε ήταν η νίκη σε ένα άλλο επίπεδο, που ο εχθρός δεν εννοείται κάν ότι υπάρχει. Αν ο τρόπος της στρατιωτικής ήττας, που οδηγεί στην θυσία είναι τέτοιος, ώστε να συγκινήσει και να συναρπάσει με το θάρρος, τότε η νίκη έχει κερδιθεί από τους νικημένους…. Αυτό επεδίωξε ο Αυξεντίου, να κάνει τους νικητές νικημένους και τους νικημένους νικητές…. Και τα κατάφερε….[ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών