Το
σκοτάδι είναι πηχτό στις πλαγιές του Σμόλικα και του Γράμμου, ενώ το
κρύο πιρουνιάζει τα κόκαλα. Οι άγρυπνοι φρουροί των διαβάσεων περιμένουν
από λεπτό σε λεπτό, από ώρα σε ώρα την εισβολή των ιταλικών
στρατευμάτων.
Ξημερώνει 1η Νοεμβρίου. Στην πλάγια καιροφυλακτεί ένας υπολοχαγός, ο Αλέξανδρος Διάκος από την Χάλκη, ένα μικρό νησάκι δυτικά της Ρόδου. Ο Αλέξανδρος είναι πάντα πρώτος όπου τον καλεί η πατρίδα. Περιμένει και αυτός τους αλπινιστές της επίλεκτης Ιταλικής μεραρχίας «Τζούλια», τον ανθό του ιταλικού στρατού. Οι Ιταλοί βαδίζουν από τις ορεινές διαβάσεις νομίζοντας πως πάνε για περίπατο. Δεν ξέρουν όμως, πως πίσω από τα ορεινά υψώματα τους περιμένουν....
γενναίοι αξιωματικοί και στρατιώτες με πίστη και ανδρεία. Ο Αλέξανδρος σαν άλλος Λεωνίδας φυλάει τις Θερμοπύλες της Ηπείρου.
Παρουσιάζεται μπροστά στον ταγματάρχη Καραβία και του ζητάει να τον βάλει στην πρώτη γραμμή του πυρός γιατί «βιάζεται να πολεμήσει», όπως λέει ο ίδιος. Ο ταγματάρχης δεν εκπλήσσεται, διότι ξέρει από τι παλληκάρια περιβάλλεται και του κάνει την χάρη. Τον στέλνει να καταλάβει τον λόφο Τσούκα, ένα ύψωμα που δεσπόζει στην διάβαση προς Σαμαρίνα. Ο Αλέξανδρος τραγουδώντας τρέχει να καταλάβει το ύψωμα. Το όνειρό του είναι να πολεμήσει τους τυράννους των Δωδεκανήσων, τους Ιταλούς, που τόσα χρόνια καταδυναστεύουν και βασανίζουν τους συμπατριώτες του στα Ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα.
Κατά τις 10 το πρωί της 1ης Νοεμβρίου, η διλοχία του Διάκου πολεμάει παλληκαρήσια εναντίον της Ιταλικής μεραρχίας. Η δύναμη των Ιταλών είναι τετραπλάσια, αλλά ο Διάκος πάντα πρώτος εμψυχώνει τους στρατιώτες. Είναι στην πλαγιά του λόφου και είναι έτοιμοι να καταλάβουν και την κορυφή του, άλλα μια βροχή από όλμους και οβίδες σκορπίζει τον θάνατο. Οι Ιταλοί δεν παραδίδουν τα όπλα τόσο εύκολα. Οι υπερασπιστές του λόφου υποχωρούν για λίγο για να αντεπιτεθούν μετά. Ο Διάκος διατάζει τους άνδρες του να επιτεθούν ξανά και να μην αφήσουν τους Ιταλούς σε ησυχία. Καταλαμβάνουν τον λόφο, η μάχη συνεχίζεται πεισματώδης, ενώ οι Έλληνες δεν παραχωρούν ούτε σπιθαμή εδάφους μπροστά στις υπέρτερες δυνάμεις. Τα χώματα ανακατεύονται μαζί με τα χιόνια και τα κορμιά των πολεμιστών, ενώ οι καπνοί από τις οβίδες κάνουν την ατμόσφαιρα αποπνικτική.
Ο Αλέξανδρος δεν χάνει το θάρρος του και πολεμάει σαν λιοντάρι. Το όπλο του βγάζει φωτιές και οι ριπές του θερίζουν σαν δρεπάνι τους Ιταλούς. Μην περιμένοντας αυτήν την αντίσταση, οι Ιταλοί, ρίχνουν συνέχεια με το πυροβολικό τους τινάζοντας τόνους χώματος, πετρών και θάμνων ανασκάπτοντας τον λόφο. Ο Διάκος υποχωρεί για δεύτερη φορά από τον λόφο και οι Ιταλοί τον ξαναπατούν. Ο Διάκος αντεπιτίθεται για τρίτη φορά και τον καταλαμβάνει ξανά. Οι Ιταλοί λυσσάνε με αυτόν τον θαρραλέο υπολοχαγό που καθυστερεί μια ολόκληρη μεραρχία, μην αφήνοντάς την να περάσει τα στενά. Ο λόφος πια είναι κρανίου τόπος από τις οβίδες των Ιταλών. Οι Έλληνες τραυματισμένοι από την πολύωρη μάχη δεν το βάζουν κάτω, αλλά με Σισύφεια υπομονή κρατάνε τις θέσεις τους. Για τελευταία φορά οι Ιταλοί καταλαμβάνουν τον πολύπαθο λόφο. Ο Διάκος διατάζει την τέταρτη κατά σειρά αντεπίθεση. Οι άνδρες, αν και καταπονημένοι επιτίθενται με περίσσια ορμή εναντίον των Ιταλών.
Η ώρα είναι 11.30 κι’ ο Διάκος όπως πάντα πρώτος στην γραμμή με το όπλο του στα χέρια δίνει το σύνθημα για την επίθεση. Όπως σηκώνεται όμως, από την θέση κάλυψης ένα κροτάλισμα πολυβόλου τον ρίχνει κάτω αιμόφυρτο. Το αίμα του παλληκαριού από την Χάλκη ποτίζει τα ιερά χώματα της Ηπείρου. Ο Αλέξανδρος Διάκος μ’ αυτήν την ηρωική αντίσταση καθυστερεί την μεραρχία των Αλπινιστών της Τζούλιας για μια ολόκληρη μέρα. Το σώμα του παλληκαριού θάφτηκε στο νεκροταφείο της Ζούζουλης, φυλάσσοντας μια για πάντα τα στενά που με τόσο πείσμα υπεράσπισε.
Πυρήνας Καβάλας - Αίας ο Τελαμώνιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών