Κράτος σημαίνει, πρώτα από όλα, εξουσία. Και μάλιστα, συντεταγμένη άσκηση μονοπωλιακής εξουσίας. Η κρατική δράση, είτε για τη συμμόρφωση των πολιτών στους νόμους, είτε εναντίον εξωτερικών κινδύνων, διενεργείται συντεταγμένα, μέσα από τα κρατικά όργανα. Κανένας πολίτης ή τρίτος δεν έχει δικαίωμα στην άσκηση εξουσίας έναντι άλλων, παρά μόνον το κράτος μέσα από τους θεσμούς – δικαιοσύνη, αστυνομία, στρατό κλπ.
Προϋπόθεση για την εκχώρηση των αποκλειστικών αυτών εξουσιών προς το κράτος από τους πολίτες, είναι η άσκηση της εξουσίας να γίνεται: α) προς το συμφέρον της ολότητας και β)
με τρόπο πειστικά δίκαιο. Αν δεν συντρέχουν αυτές οι δύο προϋποθέσεις, η εξουσία του κράτους παύει, ολικά ή μερικά, να είναι νομιμοποιημένη στη συνείδηση των πολιτών. Είναι ακριβώς για αυτό το λόγο που απαιτείται και ουσιαστική (όχι μόνον τυπική) δημοκρατικότητα στη λήψη των αποφάσεων, που εμπεριέχουν άμεσα ή έμμεσα τον κρατικό καταναγκασμό.
Το Μνημόνιο θέτει με ένταση το ερώτημα του αν το ελληνικό κράτος έχει σήμερα το μονοπώλιο της κρατικής εξουσίας στην Ελλάδα, καθώς ένας εξωγενής παράγοντας, η τρόικα, έχει υποκαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τους θεσμούς στη λήψη αποφάσεων.
Αν το καλοσκεφτούμε, όμως, είχε άραγε, πριν το Μνημόνιο, μονοπώλιο στην εξουσία στην Ελλάδα το ελληνικό κράτος; Αποφάσιζε μόνο αυτό, συντεταγμένα και με βάση το συμφέρον της ολότητας και την ειλικρινή βούληση της πλειοψηφίας;
Ποιος ήταν αυτός που αποφάσισε να μην πολεμήσει η Ελλάδα στα ελληνικά χώματα της Κύπρου του 1974; Ποιος αποφάσισε να επιδείξει ψοφοδεϊσμό και υποχωρητικότητα απέναντι στην αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο; Ποιος θεωρεί ότι δικαιούται να εκχωρήσει 3.500 χρόνια ελληνικής ιστορίας της Μακεδονίας στους Σλάβους; Ποιος αποφασίζει με το έτσι θέλω να φύγει η ελληνική σημαία από την ελληνική νησίδα των Ιμίων; Ποιος αποφασίζει να μην αποτρέψει το ελληνικό κράτος αποτελεσματικά στίφη λαθρομεταναστών από το να εισβάλουν στην ελληνική επικράτεια; Ποιος καταργεί με το έτσι θέλω τη δυνατότητα άσκησης κρατικής εξουσίας στο κέντρο της πρωτεύουσας; Ποιος εμποδίζει το ελληνικό κράτος από το να αποτρέψει την καταστροφή της περιουσίας των πολιτών του – που του εκχώρησαν εξουσία, υποτίθεται, για να τους προστατεύει συντεταγμένα! – στη δήθεν εξέγερση του πορτοκαλί «Δεκέμβρη»; Και ποιος αποφασίζει ότι το ελληνικό κράτος δεν θα ασκεί εξουσία στις νησίδες ανομίας που έχει καταντήσει προ πολλού ο χώρος του πανεπιστημιακού «ασύλου»;
Και μόνον η ύπαρξη του περιβόητου πανεπιστημιακού «ασύλου» δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά με την κρατική εξουσία στην Ελλάδα. Το πρόβλημα υπερβαίνει τη σωστή χρήση του μονοπωλίου της κρατικής εξουσίας και την ηθική και πολιτική της νομιμοποίηση. Είναι πρόβλημα ως προς την ίδια την ύπαρξή της.
Η ανυπαρξία κρατικού μονοπωλίου στην εξουσία, είναι φανερό ότι, στη νεοελληνική τουλάχιστον εκδοχή της, οδηγεί αιτιακά στο φαινόμενο να χρησιμοποιείται αυτή όχι προς το συμφέρον της ολότητας και, συνακόλουθα, χωρίς επαρκή ηθική και πολιτική νομιμοποίηση. Αυτό αποδεικνύεται και από τη σκανδαλώδη ασυλία πολλών υπερπρονομιούχων ομάδων, από τους «νταβατζήδες», μέχρι τους βουλευτές και τους ξένους «χορηγούς». Το κράτος-προτεκτοράτο, που γεννήθηκε το 1827 στη ναυμαχία του Ναβαρίνου, ποτέ δεν είχε μονοπώλιο στην εξουσία εντός της ελληνικής επικράτειας, και γι’ αυτό δεν μπόρεσε ποτέ να είναι δίκαιο, ούτε να ασκήσει τα καθήκοντά του υπέρ του συμφέροντος της ολότητας.
Πώς επιτρέψαμε όμως, ως λαός και ως έθνος, να φτάσουν τα πράγματα στο σημείο αυτό;
Η σημαντικότερη αιτία είναι η έλλειψη επαρκούς συνειδητοποίησης από τον ελληνικό λαό ότι είναι αναγκαία η ύπαρξη και η σωστή άσκηση του μονοπωλίου της εξουσίας από το ελληνικό κράτος.
Αν το 1944 πολλοί έβλεπαν στον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τη δυνατότητα ριζικής ανάταξης της κρατικής εξουσίας υπέρ του συμφέροντος της ολότητας, κάποιοι άλλοι έβλεπαν σε αυτή την προσπάθεια απλώς μια απόπειρα αλλαγής αφεντικού – από την Αγγλία στην ΕΣΣΔ. Δίκιο είχαν τελικά οι δεύτεροι, όμως το σωστό αίτημα το είχαν οι πρώτοι. Η ένταση της διαμάχης των δύο πλευρών δεν επέτρεψε να συνειδητοποιηθεί το λάθος της κάθε πλευράς. Οι μεν νόμιζαν ότι πράγματι μάχονταν για εθνική ανεξαρτησία, οι δε δεν κατάλαβαν την ουσία του αιτήματος.
Αν το 1974 ο λαός ξεγελάστηκε από την ύπουλη προπαγάνδιση της δήθεν «αδυναμίας» της Ελλάδας να αντιμετωπίσει στρατιωτικά την τουρκική εισβολή, σήμερα ωστόσο αποκαλύπτεται ατράνταχτα ότι η Ελλάδα είχε σαφή συνολική στρατιωτική υπεροχή σε όλα τα μέτωπα και θα της ήταν πολύ εύκολο να αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Για να συμβεί αυτό, όμως, θα έπρεπε το ελληνικό κράτος να ασκεί μόνο του την εξουσία στην επικράτειά του, και όχι να νοθεύεται το μονοπώλιο από τη βούληση του Αμερικανού επικυρίαρχου.
Σήμερα όμως, οι δικαιολογίες τελειώνουν. Το Μνημόνιο ήρθε πολύ απότομα και πολύ άγαρμπα στη ζωή των Ελλήνων για να γίνει πιστευτό ότι ήταν κάτι δήθεν «αναπόφευκτο» ή «σωτήριο». Ούτε καν οι οπαδοί του κυβερνώντος κόμματος δεν πείθονται. Η συνειδητοποίηση ότι το παιχνίδι, που παίζεται εις βάρος της χώρας με φαινομενική, μόνον, αφορμή το χρέος και το έλλειμμα είναι στημένο είναι ήδη σήμερα πλειοψηφική, και τείνει να γίνει σαρωτική. Και έτσι, για πρώτη φορά σήμερα, εξαιτίας ακριβώς του Μνημονίου, είναι σε θέση συνειδητοποιήσει ο Έλληνας, πόσο σημαντικό είναι να αποκτήσει, επιτέλους, το δημοκρατικό ελληνικό κράτος πλήρες, ηθικά και πολιτικά νομιμοποιημένο, χρησιμοποιούμενο προς το συμφέρον της ολότητας, συντεταγμένο μονοπώλιο στην κρατική εξουσία. Να αποκτήσει, με άλλα λόγια, το ελληνικό κράτος, πλήρη εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Η ελλιπής υλοποίηση του δημοκρατικού και εθνικού μονοπωλίου της ελληνικής κρατικής εξουσίας, εξηγεί και την υπανάπτυξη κοινωνικών και πνευματικών θεσμών που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την επιβολή του Μνημονίου. Το Μνημόνιο δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η εμφανής και απεχθής όψη του ελλιπούς μονοπωλίου εξουσίας που βίωνε σχεδόν αφανώς το ελληνικό κράτος από τη στιγμή της ίδρυσής του.
Το αίτημα για απαλλαγή από το Μνημόνιο έχει λοιπόν κατά βάθος πολύ ευρύτερες και ιστορικότερες διαστάσεις από όσο φαίνεται. Το αίτημα δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η απλή απαλλαγή από το Μνημόνιο, η απλή επιστροφή μας στο καθεστώς πριν από αυτό. Το πραγματικό, βαθύτερο αίτημα είναι η δημιουργία πραγματικά ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, κράτους δηλαδή, που να ενεργεί προς το συμφέρον της ελληνικής μας ολότητας και μόνον. Αυτό που ποτέ δεν έκανε το έρμο το κράτος-προτεκτοράτο που μας προέκυψε μετά το Ναβαρίνο.
Στάδιο πρώτο σε αυτή την προσπάθεια είναι η ανάκτηση του ηθικού μας έναντι των δυναστών της χώρας, η ανάκτηση – απόκτηση εθνικής αυτοπεποίθησης, με ουσιαστική και σε βάθος καταπολέμηση των συμπλεγμάτων εθνικής κατωτερότητας έναντι της προηγμένης ή «προηγμένης» Δύσης, που με έντεχνο τρόπο μάς καλλιεργείται από την πρώτη Άλωση και μετέπειτα. Εκεί ακριβώς είναι που πρέπει να αρνηθούμε τη μομφή έναντι της Ελλάδας ως δήθεν «χρεωκοπημένης χώρας». Όχι γιατί μας αρέσει να έχουμε χρέος και να ζούμε με δανεικά. Αλλά γιατί ο επικοινωνιακός μας βομβαρδισμός με τη δήθεν «αναπόφευκτη» χρεωκοπία δεν είναι παρά η συνέχιση της υποβολής των ίδιων συμπλεγμάτων κατωτερότητας, στα οποία βασίστηκε ηθικά και πολιτικά ο χαρακτήρας του νεοελληνικού κράτους ως προτεκτοράτου.
Μαζί με την εθνική αυτοπεποίθηση και την ανόρθωση του ηθικού μας, πρέπει να πηγαίνει, να συμβαδίζει, η ανόρθωση της ηθικής μας στάθμης ως ατόμων και ως λαού. Διότι, αν η ανόρθωση του ηθικού είναι η προϋπόθεση για την ανάκτηση/απόκτηση του μονοπωλίου της εξουσίας από το ελληνικό κράτος, η ανόρθωση της ξεπεσμένης ηθικής μας είναι η θεμελιώδης προϋπόθεση για τη σωστή χρήση της συντεταγμένης εξουσίας προς το συμφέρον της ολότητας.
Ούτε το ένα ούτε το άλλο ζήτημα είναι βέβαια απλό ή εύκολο. Αυτή τη στιγμή όμως έχουμε το πλεονέκτημα να έχουμε μπροστά μας πολύ συγκεκριμένο στόχο: Την απαλλαγή από το Μνημόνιο. Και ακόμη περισσότερο, πολύ συγκεκριμένο τρόπο για να κάνουμε το πρώτο βήμα: Τη μαζική υπερψήφιση των αντιμνημονιακών δυνάμεων στις περιφερειακές εκλογές. Των πραγματικών αντιμνημονιακών, και όχι των γιαλαντζί, που το μυαλό και η ψυχή τους δεν μπορούν να πάρουν διαζύγιο από το Κόμμα του Μνημονίου. Από το κόμμα στο οποίο χρεώνεται ιστορικά όχι μόνον το Μνημόνιο, αλλά και η σκόπιμη κατασπατάληση, ο σκόπιμος εκφυλισμός της ευκαιρίας πραγματικής εθνικής ανεξαρτησίας που δημιουργήθηκε για τον Ελληνισμό μετά την κυπριακή προδοσία.
Αν όλοι εμείς σήμερα στηρίζουμε με νύχια και με δόντια τον Αντώνη Σαμαρά, το κάνουμε ακριβώς διότι βλέπουμε στο πρόσωπό του έναν έντιμο και δυναμικό άνθρωπο, που μπορεί να διαχειριστεί υπεύθυνα το κρατικό μονοπώλιο της εξουσίας, προς το συμφέρον της ολότητας, νομιμοποιώντας το, ηθικά και πολιτικά, στο σύνολο του ελληνικού λαού.
Αυτό πρέπει να είναι και το βαθύτερο νόημα της «υπέρβασης» που κάποτε επαγγέλθηκε ο Σαμαράς.
Για να φτάσουμε, όμως, εκεί, πρέπει πρώτα το μονοπώλιο στην εξουσία να αποκτηθεί πραγματικά από το ελληνικό κράτος. Να γίνει δηλαδή πραγματικό μονοπώλιο, χωρίς να υπάρχει συνδιαχείριση του κρατικού καταναγκασμού με κανέναν άλλον, ούτε ξένο προστάτη, ούτε Έλληνα «νταβατζή»: Την εξουσία πρέπει να την έχει ακέραια ο ίδιος ο ελληνικός λαός, με κυβέρνηση ταγμένη στην υπεράσπιση των κοινών συμφερόντων όλων μας.
Από αυτή την άποψη, η ψήφος κατά του Μνημονίου αποκτά ιστορικό χαρακτήρα και ιστορική προοπτική.
Και η ευθύνη του κάθε εκλογέα, επίσης.
Επώνυμος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών