Γράφει ο Χάρρυ Κλύνν
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Ασώματα και αιθέρια περιπλανιούνται ανάμεσά μας καταμεσήμερο της σήψης και της παρακμής αναζητώντας λαίμαργα ανοιχτά παράθυρα, πόρτες γυρτές, άδεια μάτια, νεκρά οράματα και λεηλατημένες ελπίδες…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Κυκλοφορούν ανάμεσά μας σε… ώρες αιχμής!
Μας ακολουθούν κατά βήμα, κατά...
σκέψη, κατά συμπεριφορά. Σε σώματα τυχαία προσδοκούν να κατοικίσουν, μορφή ανθρώπινη αναζητούν να οικειοποιηθούν, σε αδειανά όνειρα εφορμούν, διάτρητες ιδεολογίες επιχειρούν να καταλάβουν…
Μέλλον, παρόν και παρελθόν για τα φαντάσματα δεν έχει, μένουν ολότελα ασυγκίνητα μπρος στις αναπομείνουσες ανθρώπινες έννοιες που ορίζουν καλό και κακό, αγάπη και μίσος, ζωή και θάνατο!Μια οποιαδήποτε κατοικία τους αρκεί, ένα τυχαίο ομιχλώδες ενδιαίτημα, μια επιτακτική δικαιολογία για να στεγάσουν τη δολοφονία της ιστορίας, τον απαγχονισμό των δικαίων, και των αδίκων το μαρτυρικό θάνατο…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Μέσα στο θόρυβο της καθημερινότητας, μέσα στη βοούσα ιδεολογία της επικυριαρχίας των μετρίων περιφέρονται τα φαντάσματα κι όπως αναζητούν το καταφύγιό τους σκοντάφτουν σε πτώματα μάγων και ιεροεξεταστών, σε ημέρες λοιμώδεις και εποχές πενθηφορούσες… Ισορροπούν ανάμεσα σε νεκρά κείμενα και ασήμαντους στίχους…
Ακολουθούν εικόνες πρόστυχες και αισχρούς ήχους και εμφωλεύουν στην ασθμαίνουσα καθημερινότητα του επιούσιου άρτου και οίνου…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Ίσως μιαν άλλη μεσημβρινή νύχτα να αναζητούν, άλλους εφιαλτικούς όρθρους, άλλο εωσφόρο ξημέρωμα νεκρών ημερών…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα καθώς πέφτει βαριά η αυλαία του αδιαπέραστου φωτεινού σκότους μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους…Τρομοκρατούνται από των ζωντανών την αναίδεια…
Αηδιάζουν από τις ανίερες πράξεις των αρχηγών και των ηγητόρων…
Τα αποτρέπουν τα σαθρά πολιτικά επιχειρήματα…
Τα εξορκίζουν οι αμαρτίες του Ιερατείου και του λόγου ο καθημερινός θάνατος…
Το βλέπεις στα μάτια τους, το ζεις στην πνοή τους, το αντιλαμβάνεσαι από το φόβο και την αγωνία των κινήσεών τους…
Η παρουσία τους εξαϋλώνεται σε πραγματικότητα, σε πράξη καθημερινή, σε μεταπρατική συνουσία…
Δεν απομένει τίποτα από το υπερφυσικό, τίποτα από το απόκοσμο. Όλα παίρνουν το χρώμα της υπαρκτής απελπισίας…
Δεν έχει άλλο καταφύγιο από την περιπλάνηση, δεν έχει καμιά διαφυγή από το αποτρόπαιο και τ’ αποκρουστικό…
Πόσο αξίζει άραγε η επιστροφή σε μια Ιθάκη των καλοζωισμένων μνηστήρων;
Στην αποξηραμένη λίμνη των ιδεών και των ιδεολογημάτων, στην κατακεκαυμένη ζώνη με τα καπνίζοντα κούτσουρα των δέντρων, δίπλα στο μοναχικό παρασκευαστήριο των αισθήσεων ξεπροβάλει απαστράπτουσα η «σκηνή» του μαρτυρίου…
Και μια ατέλειωτη σειρά ανθρώπων και πνευμάτων που σβήνει και χάνεται μέχρι την κορυφογραμμή της επόμενης μέρας που ποτέ δεν έρχεται…
«Περάστε κόσμε», ακούγεται οξύηχη και επίμονη η φωνή του κήρυκα, «η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει… Δεν έχει τίποτα να δείτε… Σε τίποτα δεν μπορείτε πλέον να ελπίζετε, οι ηθοποιοί έχουν αποχωρήσει… Περάστε κόσμε… Όλα τα είδατε, όλα τα ζήσατε και όλα τα γνωρίζετε καλά, αφού εσείς τα δημιουργήσατε… Περάστε κόσμε, η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει …»
Έκπληκτες οι άυλες μορφές, σχεδόν τρομοκρατημένες παραμένουν αναποφάσιστες στον εναύλιο χώρο… Η φωνή του κήρυκα αναιδής και προκλητική τις προκαλεί…
«Περάστε κόσμε… Περάστε… Δεν αξίζει η Ιθάκη, το ταξίδι είναι που αξίζει, έτσι δεν είπε ο ποιητής; Περάστε, ίσως συναντηθείτε με όλα όσα έχουμε κιόλας εμείς ξεχάσει… Ίσως ανακαλύψετε τον χαμένο χρόνο μας, τις τσαλαπατημένες αξίες μας, το εφιαλτικό αύριό μας… Περάστε νεκροί και ζωντανοί, περάστε… Η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει… Περάστε…»
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Ασώματα και αιθέρια περιπλανιούνται ανάμεσά μας καταμεσήμερο της σήψης και της παρακμής αναζητώντας λαίμαργα ανοιχτά παράθυρα, πόρτες γυρτές, άδεια μάτια, νεκρά οράματα και λεηλατημένες ελπίδες…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Κυκλοφορούν ανάμεσά μας σε… ώρες αιχμής!
Μας ακολουθούν κατά βήμα, κατά...
σκέψη, κατά συμπεριφορά. Σε σώματα τυχαία προσδοκούν να κατοικίσουν, μορφή ανθρώπινη αναζητούν να οικειοποιηθούν, σε αδειανά όνειρα εφορμούν, διάτρητες ιδεολογίες επιχειρούν να καταλάβουν…
Μέλλον, παρόν και παρελθόν για τα φαντάσματα δεν έχει, μένουν ολότελα ασυγκίνητα μπρος στις αναπομείνουσες ανθρώπινες έννοιες που ορίζουν καλό και κακό, αγάπη και μίσος, ζωή και θάνατο!Μια οποιαδήποτε κατοικία τους αρκεί, ένα τυχαίο ομιχλώδες ενδιαίτημα, μια επιτακτική δικαιολογία για να στεγάσουν τη δολοφονία της ιστορίας, τον απαγχονισμό των δικαίων, και των αδίκων το μαρτυρικό θάνατο…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Μέσα στο θόρυβο της καθημερινότητας, μέσα στη βοούσα ιδεολογία της επικυριαρχίας των μετρίων περιφέρονται τα φαντάσματα κι όπως αναζητούν το καταφύγιό τους σκοντάφτουν σε πτώματα μάγων και ιεροεξεταστών, σε ημέρες λοιμώδεις και εποχές πενθηφορούσες… Ισορροπούν ανάμεσα σε νεκρά κείμενα και ασήμαντους στίχους…
Ακολουθούν εικόνες πρόστυχες και αισχρούς ήχους και εμφωλεύουν στην ασθμαίνουσα καθημερινότητα του επιούσιου άρτου και οίνου…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα…
Ίσως μιαν άλλη μεσημβρινή νύχτα να αναζητούν, άλλους εφιαλτικούς όρθρους, άλλο εωσφόρο ξημέρωμα νεκρών ημερών…
Να λοιπόν που τα φαντάσματα έπαυσαν να εμφανίζονται μεσάνυχτα καθώς πέφτει βαριά η αυλαία του αδιαπέραστου φωτεινού σκότους μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους…Τρομοκρατούνται από των ζωντανών την αναίδεια…
Αηδιάζουν από τις ανίερες πράξεις των αρχηγών και των ηγητόρων…
Τα αποτρέπουν τα σαθρά πολιτικά επιχειρήματα…
Τα εξορκίζουν οι αμαρτίες του Ιερατείου και του λόγου ο καθημερινός θάνατος…
Το βλέπεις στα μάτια τους, το ζεις στην πνοή τους, το αντιλαμβάνεσαι από το φόβο και την αγωνία των κινήσεών τους…
Η παρουσία τους εξαϋλώνεται σε πραγματικότητα, σε πράξη καθημερινή, σε μεταπρατική συνουσία…
Δεν απομένει τίποτα από το υπερφυσικό, τίποτα από το απόκοσμο. Όλα παίρνουν το χρώμα της υπαρκτής απελπισίας…
Δεν έχει άλλο καταφύγιο από την περιπλάνηση, δεν έχει καμιά διαφυγή από το αποτρόπαιο και τ’ αποκρουστικό…
Πόσο αξίζει άραγε η επιστροφή σε μια Ιθάκη των καλοζωισμένων μνηστήρων;
Στην αποξηραμένη λίμνη των ιδεών και των ιδεολογημάτων, στην κατακεκαυμένη ζώνη με τα καπνίζοντα κούτσουρα των δέντρων, δίπλα στο μοναχικό παρασκευαστήριο των αισθήσεων ξεπροβάλει απαστράπτουσα η «σκηνή» του μαρτυρίου…
Και μια ατέλειωτη σειρά ανθρώπων και πνευμάτων που σβήνει και χάνεται μέχρι την κορυφογραμμή της επόμενης μέρας που ποτέ δεν έρχεται…
«Περάστε κόσμε», ακούγεται οξύηχη και επίμονη η φωνή του κήρυκα, «η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει… Δεν έχει τίποτα να δείτε… Σε τίποτα δεν μπορείτε πλέον να ελπίζετε, οι ηθοποιοί έχουν αποχωρήσει… Περάστε κόσμε… Όλα τα είδατε, όλα τα ζήσατε και όλα τα γνωρίζετε καλά, αφού εσείς τα δημιουργήσατε… Περάστε κόσμε, η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει …»
Έκπληκτες οι άυλες μορφές, σχεδόν τρομοκρατημένες παραμένουν αναποφάσιστες στον εναύλιο χώρο… Η φωνή του κήρυκα αναιδής και προκλητική τις προκαλεί…
«Περάστε κόσμε… Περάστε… Δεν αξίζει η Ιθάκη, το ταξίδι είναι που αξίζει, έτσι δεν είπε ο ποιητής; Περάστε, ίσως συναντηθείτε με όλα όσα έχουμε κιόλας εμείς ξεχάσει… Ίσως ανακαλύψετε τον χαμένο χρόνο μας, τις τσαλαπατημένες αξίες μας, το εφιαλτικό αύριό μας… Περάστε νεκροί και ζωντανοί, περάστε… Η παράσταση έχει κιόλας τελειώσει… Περάστε…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δε φέρουν ευθύνη για σχόλια των αναγνωστών